Υπέρ των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με την Τουρκία τάχθηκαν η βουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος, μιλώντας σήμερα στην ετήσια συνάντηση του Athens Security Forum και τόνισαν πως διάλογος δεν σημαίνει υποχωρήσεις σε θέματα κυριαρχίας.
«Δεν υπάρχει σκεπτόμενος Έλληνας ο οποίος να αμφισβητεί ότι μετά από δύο χρόνια ακραίας έντασης και κρίσης η Ελλάδα και η Τουρκία έπρεπε να περάσουν σε μία φάση μείωσης αυτής της κρίσης. Ο διάλογος με την Τουρκία, με κανέναν τρόπο, δεν πρέπει να φοβίζει τη χώρα μας. Η Ελλάδα προσέρχεται στον διάλογο με ισχυρότατα επιχειρήματα. Αλίμονο αν η Ελλάδα θα ήταν η χώρα η οποία θα έλεγε και “δεν συζητώ” σε μια εποχή που δεν υπάρχει κανείς που να μην συζητά με τον εχθρό του. Είναι αδιανόητο μία ευρωπαϊκή χώρα να μη συζητά με μία γειτονική χώρα με την οποία έχει διαφορές. Αυτή είναι η πάγια ελληνική εξωτερική πολιτική», ανέφερε η κ. Μπακογιαννη και πρόσθεσε:
«Ο διάλογος είναι κάτι που πρέπει να γίνεται και στις δυσκολότερες στιγμές και διάλογος δεν σημαίνει παραχωρήσεις. Είναι κομπλεξισμός να πιστεύουμε ότι εάν προσέρχεται κάποιος σε διάλογο είναι έτοιμος να κάνει υποχωρήσεις».
Όσον αφορά τη διεθνή κατάσταση, η κ. Μπακογάννη είπε πως «χαρακτηρίζεται από σταθερή αστάθεια» και «η Ελλάδα θα πρέπει να είναι έτοιμη για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που θα προκύψουν από αυτήν την διεθνή αστάθεια».
«Η Ευρώπη δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της νέας εποχής σε θέματα αμυντικής και ενεργειακής ασφάλειας και από την άλλη πλευρά οι ΗΠΑ, οι οποίες είχαν στρέψει το ενδιαφέρον τους στον Ειρηνικό και στις σχέσεις με την Κίνα, υποχρεώνονται να στρέψουν το ενδιαφέρον τους προς την Ευρώπη αλλά αυτό δεν αλλάζει τις πραγματικές προτεραιότητες των ΗΠΑ», σημείωσε.
Στη συνέχεια επεσήμανε πως η Ελλάδα βρίσκεται σε καλή θέση. «Έχουμε σταθερές συμμαχίες, είμαστε σταθεροί στις αρχές τις οποίες έχουμε υποστηρίξει, σταθεροί στο θέμα της Ουκρανίας, υπογράψαμε ουσιαστικές αμυντικές συμφωνίες με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, έχουμε μία στρατηγική σχέση με το Ισραήλ και μας προσλαμβάνουν στη διεθνή κοινότητα ως έναν σοβαρό και υπεύθυνο εταίρο. Αυτό είναι σημαντικό γιατί και η υπευθυνότητα και η σοβαρότητα έχουν εκλείψει στη διεθνή σκηνή», υπογράμμισε η κ. Μπακογιάννη και έφερε ως παράδειγμα τη στάση του Βρετανού πρωθυπουργού έναντι του Έλληνα ομολόγου του.
«Το παράδειγμα του Σούνακ δεν είναι ότι ο Βρετανός πρωθυπουργός ακύρωσε τη συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό. Είναι ότι η βρετανική διπλωματία επέτρεψε μια τέτοια πατάτα. Διότι οι Βρετανοί διπλωμάτες είναι εξαίρετοι και γνώριζαν τι θα προκαλέσει μια τέτοια κίνηση. Ένα πράγμα δεν επιτρέπεται στην εξωτερική πολιτική. Να την ασκείς με εσωκομματικά ή εσωτερικά κριτήρια», υποστήριξε.
«Στην εξωτερική πολιτική και στην πολιτική άμυνας και ασφάλειας δεν μπορεί να σε καθοδηγεί η συγκυρία», τόνισε, από την πλευρά του, ο κ. Βενιζέλος. «Πρέπει να έχεις ανακλαστικά να μπορείς να αντιδράς αλλά εάν δεν έχεις τη δυνατότητα να κάνεις τις αναγωγές που πρέπει στην ιστορία τη γεωγραφία και τη συνολική αντίληψη που έχεις για την προστασία των εθνικών σου συμφερόντων, τότε γίνεσαι αιχμάλωτος μιας συγκαιριακής προσέγγισης, η οποία δεν σε βοηθά να εφαρμόσεις μια στρατηγική», σημείωσε.
Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είπε πως οι δύο χώρες δεν μπορούν να κριθούν με τα ίδια μέτρα και τα ίδια σταθμά.
«Η Ελλάδα δηλώνει και πιστεύει πως είναι μια χώρα δυτική, ευρωπαϊκή χώρα και επενδύει στην εταιρική σχέση της με τις ΗΠΑ, ενώ η Τουρκία διακηρύσσει τον “τουρκικό εξαιρετισμό”. Θεωρεί τον εαυτό της ως μια περιφερειακή δύναμη, ότι έχει πολλαπλές ταυτότητες ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων στα σύνορά της ενώ ο κατάλογος των ελληνικών προβλημάτων είναι πολύ περιορισμένος. Από τα 50 χρόνια κρίσεων με την Τουρκία από το 1973-1974 τα 22 καλύτερα από πλευράς προκλήσεων ήταν του Ερντογάν», επεσήμανε ο κ. Βενιζέλος.
«Πρέπει πάντα να έχουμε ανοικτούς τους διαύλους διαλόγου με την Τουρκία», υπογράμμισε και πρόσθεσε πως «κακώς διεκόπησαν οι γύροι των διερευνητικών επαφών το 2016. Ο διάλογος δεν πρέπει να διέπεται από φοβικά σύνδρομα. Δεν πρέπει να κυριαρχείται η εξωτερική πολιτική και η εσωτερική συζήτηση από αυτά», ανέφερε και υποστήριξε την αναγκαιότητα της συναίνεσης.
«Χωρίς συναίνεση και συστράτευση δεν υπάρχει εξωτερική πολιτική», σημείωσε και τόνισε ότι πρέπει να προσερχόμαστε σε διάλογο όπου το διεθνές δίκαιο το απαιτεί και όπου τίθενται ζητήματα κυριαρχίας να εξηγούμε ότι δεν είναι διαπραγματεύσιμη η εθνική κυριαρχία μας.
Για τα θέματα ασφάλειας της ΕΕ, ο κ. Βενιζέλος υποστήριξε ότι «δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της σε θέματα ασφάλειας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη διατύπωση εκ μέρους της Ρωσίας της πυρηνικής απειλής και εξαρτάται από αυτό που ονόμασες “παγκόσμια δύση” υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ». «Αυτό δεν μας το εγγυάται κανείς. Όλα εξαρτώνται από τους εσωτερικούς συσχετισμούς. Από τις εσωτερικές εκλογές, τις εμπορικές ανάγκες, τις ανισότητες μεταξύ των πολιτειών. Η εσωτερική πολιτική και η εμπορική πολιτική πάντα καθοδηγούσε την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ», επεσήμανε.
Κ. Θεοδωρακάκος