Το σημάδι του καλού πολιτικού είναι ότι πάντα είναι έτοιμος να μιλήσει, επειδή πάντα περιμένει να του ζητήσουνε να βγάλει λόγο - Richard Nixon

Ι. Μπούγας: Οι παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα υπηρετούν τα πραγματικά συμφέροντα της ελληνικής κοινωνίας

12 Ιανουαρίου, 2024

«Το σχέδιο νόμου που θα κατατεθεί στο Βουλή με τις τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας υπηρετεί τα πραγματικά συμφέροντα της ελληνικής κοινωνίας. Για, δε, τη σύνταξή του ακολουθήθηκαν πλήρως οι κανόνες καλής νομοθέτησης σύμφωνα με το ελληνικό και το ευρωπαϊκό δίκαιο», ανέφερε υφυπουργός Δικαιοσύνης, Ιωάννης Μπούγας, μιλώντας νωρίτερα σήμερα στη Βουλή.

«Μετά από συστηματική και επίπονη εργασία πέντε μηνών, συντάξαμε, παρουσιάσαμε και θέσαμε σε δημόσια διαβούλευση το σχέδιο νόμου, με τίτλο “Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση, την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης, εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας». Βασικοί άξονες του νομοσχεδίου είναι η πραγματική έκτιση μέρους των ποινών για σοβαρά πλημμελήματα, που μέχρι σήμερα μένουν ατιμώρητα, καταπολεμώντας έτσι ένα διάχυτο αίσθημα ατιμωρησίας για τη μεσαίας έντασης εγκληματικότητα που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία, η ταχύτερη απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και η αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των φαινομένων της ενδοοικογενειακής βίας», σημείωσε ο υφυπουργός Δικαιοσύνης.

Στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, ο κ. Μπούγας προσήλθε στη Βουλή προκειμένου να απαντήσει σε επίκαιρη ερώτηση της βουλευτού του ΠΑΣΟΚ Μιλένας Αποστολάκη για τη σύνθεση της ομάδας εργασίας στην επεξεργασία των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Η βουλευτής είπε ότι η παράκαμψη της διαδικασίας της σύστασης νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για την τροποποίηση των Ποινικών Κωδίκων, δεν μπορεί να αποτελεί την οδό προκειμένου να υλοποιούνται τέτοιας έκτασης μεταρρυθμίσεις στο δικαιικό σύστημα. Η δε υποχρέωση δημοσιοποίησης της σύνθεσης της άτυπης και άγνωστης ομάδας που εισηγήθηκε τις προτεινόμενες τροποποιήσεις είναι προφανής και επιτακτική, ιδίως μετά τις δηλώσεις του κ. Φλωρίδη στη Γενική Συνέλευση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ότι «σε καμία από τις νομοθετικές πρωτοβουλίες του υπουργείου Δικαιοσύνης (όσο είναι υπουργός) δεν θα υπάρξει νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Θα υπάρξουν όμως άνθρωποι σε επιτροπές εργασίας οι οποίοι ξέρουν και οι οποίοι δεν έχουν άλλου είδους δεσμεύσεις, και οι οποίοι δεν μετέχουν σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές να νομοθετήσουν για τους δικούς τους πελάτες. Γιατί αυτά έχουν ονοματεπώνυμο, είναι καταγεγραμμένα«. Σε αυτό το κλίμα, μάλιστα, η κ. Αποστολάκη τόνισε ότι «θα αποτελούσε συνεισφορά στο διάχυτο αίτημα της κοινωνίας για διαφάνεια, για προστασία των θεσμών και της λειτουργίας τους, να αποκαλύψει το υπουργείο τα καταγεγραμμένα ονοματεπώνυμα όσων έχουν δεσμεύσεις, στα οποία αναφέρθηκε ο υπουργός. Γιατί οι “σκιές” παντού και πουθενά, ταυτόχρονα, δεν υπηρετούν κανενός είδους καθαρτήρια στόχευση».

Απαντώντας, ο υφυπουργός Δικαιοσύνης επεσήμανε ότι το σχέδιο νόμου συντάχθηκε από τους δικαστές και εισαγγελείς που έχουν με Προεδρικό Διάταγμα αποσπαστεί κατόπιν απόφασης του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου και υπηρετούν στη Νομική Υπηρεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, υπό τις βασικές κατευθύνσεις και υπό τη διαρκή παρουσία της πολιτικής ηγεσίας. «Το υπουργείο Δικαιοσύνης είναι το μοναδικό υπουργείο το οποίο διαθέτει το προνόμιο να έχει ειδική νομική υπηρεσία. Πρόκειται για Εφέτη, Αντεισαγγελέα Εφετών, Πρόεδρο Πρωτοδικών και Εισαγγελέα Πρωτοδικών, τα ονόματα των οποίων έχουν δημοσιευτεί στο ΦΕΚ και είναι στη διάθεσή σας. Οι δικαστές αυτοί έχουν επιλεγεί από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, με κριτήρια την πολύ υψηλή επιστημονική κατάρτιση, τη μεγάλη εμπειρία στην εφαρμογή του δικαίου, την υπηρεσιακή επάρκεια και απολαμβάνουν ασφαλώς ως Έλληνες δικαστές προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία στην άσκηση του δικαιοδοτικού τους έργου», υπογράμμισε.

Σύμφωνα με τον κ. Μπούγα, το νομοπαρασκευαστικό έργο εμπίπτει πλήρως στα καθήκοντά τους σύμφωνα με τον ν.2331/1995, το Προεδρικό Διάταγμα 6/2021 και τον ν.4938/2022. «Οι ίδιοι οι δικαστές συμμετείχαν και συμμετέχουν φανερά, με τη θεσμική τους ιδιότητα, σε όλες τις συναντήσεις και στον διάλογο που μέχρι σήμερα είναι ζωντανός με την νομική κοινότητα, επιφέρουν στο σχέδιο νόμου τις αλλαγές που δεχόμαστε και ενσωματώσαμε ήδη στο σχέδιο βελτιώνοντάς το. Με αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, για πρώτη φορά, το σχέδιο νόμου βρίσκεται και θα βρίσκεται σε διαρκή διαβούλευση και επεξεργασία μέχρι την ψήφισή του από την εθνική αντιπροσωπεία», κατέληξε ο υφυπουργός Δικαιοσύνης.