Ολοκληρώνεται στις 9/2 η έκθεση «Τα πλουμιστά Υφαντά της Όσσας Θεσσαλονίκης», που πραγματοποιείται στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη» στην Πλάκα, μια συνδιοργάνωση του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων και του Συλλόγου Οσσαίων «Η Αγία Κυράννα».
Θησαυροί της υφαντικής τέχνης των γυναικών της Όσσας, καμωμένοι με στημόνι και υφάδι, που βγήκαν από ζωγραφιστά σεντούκια και από το χρονοντούλαπο της ιστορίας εκτίθενται -μετά από 100 και πλέον χρόνια- για πρώτη φορά εκτός του τόπου προέλευσής τους.
Όπως αναφέρουν και οι διοργανωτές, τα υφαντά της Όσσας διακρίνονται για την πλούσια και ευφάνταστη σύλληψη των διακοσμητικών τους συνθέσεων που δομούνται από αρμονικά σχεδιασμένα νατουραλιστικά όσο και γεωμετρικά μοτίβα, αλλά και για τους ιδιαίτερης αισθητικής ζωντανούς χρωματικούς συνδυασμούς και, οπωσδήποτε, για την άψογη ποιοτικά υφαντική εκτέλεση.
Με βάση τα υλικά κατασκευής τους χωρίζονται σε μάλλινα, βαμβακερά και μεταξωτά, με τα μοτίβα τους να αναπτύσσονται πάνω σε «κάμπο» λευκό, κόκκινο, μπλε ή μαύρο. Τα κατασκευασμένα από μαλλί «στρωσίδια» του σπιτιού χαρακτηρίζονται από εντυπωσιακά έως εκρηκτικά έντονα χρώματα, με κυρίαρχες τις αποχρώσεις του κόκκινου. Χαρακτηριστικά δείγματα αυτής της τέχνης είναι τα πολύχρωμα «πλουμιστά» κιλίμια, τα μαξιλάρια, οι μπάντες και μια ποικιλία από στρωσίδια, όπου κυριαρχούν τα «ρομβόσχημα» μοτίβα που προσομοιάζουν με τη σαΐτα του αργαλειού, την οποία βρίσκουμε στο τοπικό ιδίωμα ως «στερλίτσα».
Πολύ συχνά οι «ρόμβοι» πλαισιώνονται από μικρότερα πολύχρωμα μοτίβα στο σχήμα του χελιδονιού, εξ ου και η ονομασία των αντίστοιχων υφαντών «χελιδωνάτα». Μεταξύ άλλων, ξεχωρίζουν οι «πλιάνες», τα μικρότερου μεγέθους υφαντά που χρησιμοποιούνταν ως σκεπάσματα για τα μωρά, με ιδιαίτερα πυκνά και πολύχρωμα μοτίβα. Ιδιαίτερης τέχνης, επίσης, υπήρξαν οι σχεδόν διάφανοι «καρμάδες», τα λεπτοδουλεμένα με μεταξωτό νήμα υφαντά που εικονίζουν άνθη, παγόνια ή Έρωτες.
Τα «πλουμιστά» μάλλινα, οι ιδιαίτεροι μεταξωτοί «καρμάδες» και γενικότερα τα περίτεχνα τοπικά υφαντά έγιναν γνωστά και πέρα από τα στενά όρια του χωριού. Αν και η πανάρχαια αυτή τέχνη χάθηκε στο πέρασμα του χρόνου, τα σπάνια αυτά δείγματα της πολιτιστικής κληρονομιάς της Όσσας και της μακεδονικής υφαντικής λαϊκής τέχνης και παράδοσης, που αποπνέουν γυναικεία καλαισθησία και πρότυπα διαχρονικής αισθητικής, προσδιορίζουν στις μέρες μας λησμονημένες καλλιτεχνικές αξίες, επικοινωνώντας έναν ανεκμετάλλευτο πολιτισμικό πόρο.