Στις 8 Μαρτίου τα παραμύθια γίνονται μουσική με τη συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών,στο Μέγαρο Μουσικής, καθώς ο Ρίχαρντ Βάγκνερ “συναντά” τα πνευματικά του παιδιά, Γκούσταβ Μάλερ και Ρίχαρντ Στράους.
Στο πρόγραμμα, τρία έργα-ορόσημα για τον μουσικό ρομαντισμό που αντλούν έμπνευση από τον μύθο και την λογοτεχνία. Η βραδιά ανοίγει με την τελευταία πράξη του μουσικού δράματος «Τριστάνος και Ιζόλδη» του Ρίχαρντ Βάγκνερ.
Στον Έρωτα-Θάνατο της Ιζόλδης, ο έρωτας βρίσκει την ενσάρκωση του, στην αιώνια νύχτα του θανάτου, ξεπερνώντας το πεπερασμένο της ζωής.
Στη συνέχεια, ο διεθνώς αναγνωρισμένος Δημήτρης Τηλιακός, ερμηνεύει πέντε συγκλονιστικά τραγούδια από τον κύκλο «Το μαγικό κόρνο του αγοριού» του Γκούσταβ Μάλερ.
Ο συνθέτης εμπνέεται από τα δημοτικά ποιήματα που τον συντρόφευσαν στην παιδική του ηλικία και δημιουργεί έναν κύκλο τραγουδιών που αποτελούν διάλογο αλλά και σύγκρουση ανάμεσα στο φως και την χαρά της επουράνιας ζωής και τη σκληρότητα της επίγειας.
Η συναυλία κλείνει με το επικό συμφωνικό ποίημα «Δον Κιχώτης» του Ρίχαρντ Στράους. Μία ωδή στην χρησιμότητα του άχρηστου. Ένα ανάγλυφο μουσικό πορτραίτο των δύο πρωταγωνιστών του Θερβάντες, τους οποίους υποδύονται το
βιολοντσέλο και η βιόλα.
Σολίστ, δύο Κορυφαίοι μουσικοί της Ορχήστρας, ο βιολίστας Ηλίας-Ίων Λιβιεράτος και ο βιολοντσελίστας Τιμόθεος Γαβριηλίδης- Πέτριν.
Πριν από την ερμηνεία του έργου ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Δημήτρης Τάρλοου θα παρουσιάσει μια δική του ανάγνωση του αριστουργήματος του Θερβάντες.
Στο πόντιουμ, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής της ΚΟΑ, Λουκάς Καρυτινός.
Το πρόγραμμα με μια ματιά
ΡΙΧΑΡΝΤ ΒΑΓΚΝΕΡ (1813-1883)
Ο Θάνατος της Ιζόλδης από το μουσικό δράμα «Τριστάνος και Ιζόλδη»
ΓΚΟΥΣΤΑΒ ΜΑΛΕΡ (1860-1911)
Επιλογή από τη συλλογή τραγουδιών «Το μαγικό κόρνο του αγοριού»
ΡΙΧΑΡΝΤ ΣΤΡΑΟΥΣ (1864-1949)
Δον Κιχώτης, συμφωνικό ποίημα για σόλο βιολοντσέλο, σόλο βιόλα και
ορχήστρα, έργο 35
ΣΟΛΙΣΤ
Δημήτρης Τηλιακός, βαρύτονος
Δημήτρης Τάρλοου, αφήγηση
Ηλίας-Ίων Λιβιεράτος, βιόλα
Τιμόθεος Γαβριηλίδης-Πέτριν, βιολοντσέλο
ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ
Λουκάς Καρυτινός
Για την ιστορία…
ΡΙΧΑΡΝΤ ΒΑΓΚΝΕΡ (1813 – 1883)
Πρελούδιο και Θάνατος της Ιζόλδης από το μουσικό δράμα «Τριστάνος και Ιζόλδη»
«Ποιος θα τολμούσε να αρθρώσει τη σωστή λέξη, την κατάλληλη λέξη για να εκφράσει τη θέρμη της μουσικής του Τριστάνου; Φοράω γάντια, όταν διαβάζω την παρτιτούρα του Τριστάνου…» είπε ο Φρήντριχ Νίτσε,τον Οκτώβριο του 1888.
Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ βρισκόταν στη Ζυρίχη εργαζόμενος πάνω στο Δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ, όταν προς το τέλος του 1856 η ιδέα για τη σύνθεση του μουσικού δράματος Τριστάνος και Ιζόλδη κυριολεκτικά τον κυρίευσε. Έτσι αφοσιώθηκε στο νέο δράμα που
ολοκληρώθηκε το 1859. Η πρεμιέρα δόθηκε στις 10 Ιουνίου 1865 στην Όπερα του Μονάχου υπό τη διεύθυνση του Χανς φον Μπύλοβ. Ήδη δύο χρόνια πριν την πρεμιέρα ο ίδιος ο συνθέτης είχε παρουσιάσει σε συναυλία το ορχηστρικό πρελούδιο της πρώτης πράξης και το τελευταίο τμήμα της τρίτης (ευρύτερα γνωστό ως Θάνατος – Έρωτας της Ιζόλδης). Με αυτό τον τρόπο ξεκίνησε μία παράδοση κοινής εκτέλεσης -χωρίς ενδιάμεση διακοπή- των δύο αυτών ξεχωριστών τμημάτων του δράματος σε συμφωνικές συναυλίες.
Ο Βάγκνερ βάσισε το μουσικό δράμα στον μύθο για τον τραγικό έρωτα του ιππότη από την Κουρνουάλη Τριστάνου, με την Ιρλανδή πριγκίπισσα Ιζόλδη, όπως αυτός είχε αποτυπωθεί στο έμμετρο μεσαιωνικό μυθιστόρημα του Γκότφριντ φον στράσμπουργκ, «Τριστάνος».
Τρία στοιχεία καθόρισαν τη σύλληψη του μουσικού δράματος: η ποίηση του Νοβάλις, η φιλοσοφία του Σοπενχάουερ, και ο ανεκπλήρωτος έρωτας του Βάγκνερ για την Ματίλντε Βέζεντονκ.Ταυτόχρονα, στον ποιητικό λόγο του Νοβάλις οφείλεται η ταύτιση του έρωτα με τη νύχτα και τον θάνατο. Η απόλυτη πραγμάτωση του έρωτα ξεπερνά την ίδια τη ζωή και μόνο στην αιώνια νύχτα του θανάτου ο έρωτας βρίσκει την απόλυτη ενσάρκωση του.
ΓΚΟΥΣΤΑΒ ΜΑΛΕΡ (1860-1911)
Από τη συλλογή τραγουδιών «Το μαγικό κόρνο του αγοριού»:
1. Revelge (Εγερτήριο)
2. Das irdische Leben (Επίγεια ζωή)
3. Urlicht (Αρχέγονο φως)
4. Lied des verfolgten im Turm (Τραγούδι του φυλακισμένου στον πύργο)
5. Das himmlische Leben (Η ουράνια ζωή)
Τον Μάιο του 1888 ο Μάλερ, που ήδη ήταν ένας ανερχόμενος αρχιμουσικός, παραιτήθηκε από τη θέση του ως βοηθού του θρυλικού μαέστρου Άρτουρ Νίκις στην Όπερα της Λειψίας και ανέλαβε καθήκοντα αρχιμουσικού στην Όπερα της Βουδαπέστης.
Σύντομα όμως (1891) άφησε τη Βουδαπέστη για την πιο περίοπτη θέση του αρχιμουσικού στην Όπερα του Αμβούργου, όπου και παρέμεινε ως το 1897, όταν και ανέλαβε διευθυντής της Όπερας της Βιέννης.
Στην αρχή της θητείας του στη Βουδαπέστη, την περίοδο 1888-1889, ο Μάλερ συνέθεσε εννέα τραγούδια για φωνή και πιάνο, που εκδόθηκαν το 1892 ως δεύτερος και τρίτος τόμος της συλλογής Lieder und Gesänge («Τραγούδια και Μελωδίες»). Οι στίχοι των τραγουδιών αυτών προέρχονταν από μία τρίτομη συλλογή από γερμανικά παραδοσιακά ποιήματα, που είχαν ανθολογήσει οι Γερμανοί ρομαντικοί ποιητές Άχιμ φον Άρνιμ και Κλέμενς Μπρέντανο με τίτλο Des Knaben Wunderhorn («Το μαγικό κόρνο του
αγοριού»). Η συλλογή είχε δημοσιευτεί στη Χαϊδελβέργη του 1805, ενώ ακολούθησε μία δεύτερη έκδοση το 1808 με πλουσιότερο περιεχόμενο. Ο ίδιος ο Μάλερ τοποθέτησε την πρώτη του επαφή με το περιεχόμενο της συλλογής αυτής γύρω στο 1886 αλλά οι
ομοιότητες ανάμεσα σε πρώιμα ποιήματα του ίδιου του Μάλερ και σε ποιήματα του Μαγικού Κόρνου αφήνει περιθώρια να εικάσει κανείς πως ίσως ο συνθέτης το γνώριζε νωρίτερα, Σε κάθε περίπτωση, η συλλογή αυτή εκτιμήθηκε ιδιαίτερα στους λογοτεχνικούς κύκλους του γερμανικού κόσμου. Ενδεικτική αυτής της εκτίμησης ήταν και η στάση του ίδιου του Γκαίτε, που δεν δίστασε να γράψει (1807) πως το Μαγικό κόρνο του αγοριού θα όφειλε να κοσμεί τη βιβλιοθήκη κάθε γερμανικού σπιτιού, δίπλα στη Βίβλο!
Κοινή ήταν η αίσθηση πως μία τέτοιου περιεχομένου συλλογή μπορούσε να αφυπνίσει περαιτέρω τη συνείδηση της συλλογικής πολιτιστικής κληρονομιάς όλων των Γερμανών και άρα να συμβάλει εμμέσως πλην σαφώς στην υλοποίηση του οράματος για
την ένωση όλων σε μία ενιαία και ανεξάρτητη κρατική οντότητα. Επιπλέον, το απλό, λαϊκό, παραδοσιακό περιεχόμενο των στίχων θεωρήθηκε ως αντίβαρο απέναντι στον διαρκώς εντεινόμενο ρασιοναλισμό που είχε φέρει στην ευρωπαϊκή σκέψη ο Διαφωτισμός.
ΡΙΧΑΡΝΤ ΣΤΡΑΟΥΣ (1864 – 1949)
Δον Κιχώτης, φανταστικές παραλλαγές για μεγάλη ορχήστρα πάνω σε ένα θέμα ιπποτικού χαρακτήρα, έργο 35 Εισαγωγή – Θέμα με παραλλαγές – Φινάλε.
Στο τέλος του 19 ου αιώνα και μέσα σε μία δεκαετία (1888 – 1898) ο Ρίχαρντ Στράους συνέθεσε έξι συμφωνικά ποιήματα, που συναποτελούν αναμφισβήτητα το κορυφαίο επίτευγμα της πρώτης φάσης της ώριμης συνθετικής του περιόδου. Ο Δον Κιχώτης, το έκτο στη σειρά, γράφτηκε το 1897, ενώ ο Στράους εργαζόταν ως πρώτος αρχιμουσικός στην Όπερα του Μονάχου. Η πρεμιέρα του δόθηκε στις 8 Μαρτίου της επόμενης χρονιάς στην Κολωνία από την Ορχήστρα Gürzenich υπό τη διεύθυνση του Φραντς Βύλνερ.
Το μυθιστόρημα «Ο ευφάνταστος ευπατρίδης Δον Κιχώτης της Μάντσα» του Μιγκέλ ντε Θερβάντες, το διασημότερο έργο της ισπανικής γραμματείας, από τις αρχές του 17 ου αιώνα που δημοσιεύθηκε, έχει επηρεάσει πάμπολλους δημιουργούς από το χώρο όχι μόνο της λογοτεχνίας, αλλά και του θεάτρου, των εικαστικών τεχνών, του κινηματογράφου και φυσικά της μουσικής. Οι περιπέτειές του ενέπνευσαν μπαλέτα τραγούδια, όπερες (Τέλεμαν, Ντονιτσέτι, Μέντελσον, Μασνέ), ακόμα και μουσική για
κουκλοθέατρο (ντε Φάγια). Όμως μακράν η σημαντικότερη και πιο διαδεδομένη μουσική αποτύπωση του Ισπανού ήρωα ανήκει στον Στράους.
Ο Δον Κιχώτης αποτελεί πρωτίστως ένα ανάγλυφο μουσικό πορτρέτο, συναφές (ως σύλληψη) με την «Ζωή ενός Ήρωα», που είναι το ακριβώς επόμενο συμφωνικό ποίημα του Στράους.Ένας σχετικά μακρύς ορχηστρικός πρόλογος παρουσιάζει τον ονειροπόλο Δον Κιχώτη, που επηρεασμένος από τα αναγνώσματα του για τους ιππότες του παρελθόντος αναπολεί μία εποχή ευγένειας, γενναιότητας και αγνού έρωτα.