Σε υψηλά επίπεδα παρέμεινε η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, διάστημα κατά το οποίο η χώρα μας πέτυχε καλύτερες επιδόσεις ως προς το “πρασίνισμα” του ενεργειακού μείγματος σε σχέση με την ΕΕ.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ για την παραγωγή ρεύματος στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου (δεν έχουν πιστοποιηθεί τα δεδομένα Μαΐου – Ιουνίου) οι ΑΠΕ (αιολικά, φωτοβολταϊκά και υδροηλεκτρικά) κάλυψαν το 58,1 % της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ενώ το υπόλοιπο καλύφθηκε από τις μονάδες φυσικού αερίου (35,6 %) και το λιγνίτη (6,2 %). Η φετινή επίδοση κινείται κοντά στα επίπεδα του 2023, όταν οι ΑΠΕ αντιστοιχούσαν στο 58,8 % της παραγωγής, παρά το γεγονός ότι εν τω μεταξύ έχουν προστεθεί στο παραγωγικό δυναμικό της χώρας δεκάδες μεγαβάτ νέων ΑΠΕ, κυρίως φωτοβολταϊκών.
Πηγές από τον κλάδο των ανανεώσιμων πηγών αποδίδουν την εξέλιξη στο γεγονός ότι η αύξηση του παραγωγικού δυναμικού δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση της ζήτησης ρεύματος, ιδίως κατά τις ώρες που μεγιστοποιείται η παραγωγή των ΑΠΕ. Έτσι οι διαχειριστές των δικτύων προχωρούν για λόγους ευστάθειας του συστήματος σε περικοπές της “πράσινης” παραγωγής οι οποίες – κατά τις ίδιες πηγές – σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας φθάνουν έως και σε διψήφια ποσοστά.
Αντίστοιχες είναι οι εξελίξεις στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπου οι ΑΠΕ κερδίζουν έδαφος αλλά παρατηρείται μείωση της ζήτησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Eurelectric την περασμένη εβδομάδα, η παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 σημείωσε ρεκόρ, φθάνοντας στο 45,66 % (περιλαμβάνονται υδροηλεκτρικά, φωτοβολταϊκά, χερσαία και υπεράκτια αιολικά), ποσοστό που υπολείπεται σε σχέση με την ελληνική επίδοση. Σύμφωνα με την Eurelectric, που εκπροσωπεί την ευρωπαϊκή βιομηχανία ηλεκτρικής ενέργειας, “οι κύριοι λόγοι πίσω από αυτό το αξιοσημείωτο αποτέλεσμα ήταν η πρωτοφανής εισροή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο δίκτυο σε συνδυασμό με τη σταθεροποίηση του πυρηνικού στόλου”.
Προσθέτει ωστόσο ότι: “Ενώ οι αριθμοί από την πλευρά της προσφοράς είναι ελπιδοφόροι, δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023 η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ μειώθηκε κατά 5,1% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2022 και συνέχισε να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα το 2024 – 4,8% χαμηλότερα από το πρώτο εξάμηνο του 2022. Η τάση αυτή οφείλεται κυρίως στη μετεγκατάσταση της βιομηχανίας στο εξωτερικό, στις υψηλότερες θερμοκρασίες, στην εξοικονόμηση ενέργειας και στην αργή οικονομική ανάπτυξη’.
Για το λόγο αυτό η Eurelectric εισηγείται στη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή την άμεση εφαρμογή σχεδίου εξηλεκτρισμού της οικονομίας.
Κ. Βουτσαδάκης