Γράφει ο
Παναγιωτόπουλος Δημήτρης
Μαιευτήρας Γυναικολόγος
Επιστημονικός Συνεργάτης ΜΗΤΕΡΑ
Τί είναι η πρόπτωση και ποιες είναι οι μορφές της;
Πρόπτωση ονομάζουμε την κάθοδο των οργάνων της πυέλου (λεκάνης) λόγω μιας γενικής αδυναμίας των ιστών. Αφορά την μήτρα, τον κόλπο, την ουροδόχο κύστη και το ορθό, το τελικό τμήμα του παχέος εντέρου. Τα όργανα αυτά διαγράφουν μια σταδιακή πορεία προς τα κάτω, με αποτέλεσμα να προβάλλουν μέσα στον κόλπο. Έτσι διακρίνουμε την πρόπτωση της μήτρας, την κυστεοκήλη (πρόπτωση της ουροδόχου κύστης) και την ορθοκήλη (πρόπτωση του ορθού).
Η πρόπτωση μπορεί να συνυπάρχει και με ακράτεια ούρων αφού και η ακράτεια είναι αποτέλεσμα της χαλάρωσης του πυελικού εδάφους.
Που οφείλεται η πρόπτωση;
Η πρόπτωση οφείλεται στη χαλάρωση του πυελικού εδάφους. Το πυελικό έδαφος, δηλαδή το «δάπεδο» του κορμού μας, χαλαρώνει και χάνει την ικανότητα να στηρίζει τα όργανα της λεκάνης.
Παράγοντες που οδηγούν σε αυτήν τη χαλάρωση είναι:
η έλλειψη οιστρογόνων (ειδικά μετά την εμμηνόπαυση)
η παχυσαρκία
η χρόνια σωματική καταπόνηση (πολλές φορές λόγω επαγγέλματος)
οι τοκετοί
Τί συμπτώματα προκαλεί η πρόπτωση;
Η σταδιακή κάθοδος των οργάνων προκαλεί ένα αίσθημα βάρους στον κόλπο, το οποίο κάποιες γυναίκες το αισθάνονται σαν την παρουσία ενός ξένου σώματος στον κόλπο, ενώ μπορούν και να το αγγίξουν κατά την αυτοεξέτασή τους. Η κυστεοκήλη μπορεί να οδηγήσει σε δυσκολίες στην ούρηση, συχνουρία, ακράτεια ούρων, καθώς και σε συχνές ουρολοιμώξεις. Η ορθοκήλη μπορεί να αποτελέσει αίτιο δυσκοιλιότητας.
Αρκετά συχνά η πρόπτωση προκαλεί πόνους στη μέση (οσφυαλγία). Ο πόνος προκαλείται από την λανθασμένη χρόνια στάση του σώματος, το οποίο προσπαθεί να «συγκρατήσει» τα πυελικά όργανα που βρίσκονται σε κατάσταση πρόπτωσης.
Είναι η πρόπτωση επικίνδυνη;
Η πρόπτωση δεν αποτελεί κάποια οργανική ασθένεια. Παρόλα αυτά, σε προχωρημένα στάδια, μπορούν να εμφανισθούν επιπλοκές, όπως συνεχείς ουρολοιμώξεις, οι οποίες ενδέχεται να οδηγήσουν και σε πυελονεφρίτιδα, μια πολύ σοβαρή λοίμωξη των νεφρών. Επίσης, σε μια προχωρημένη κυστεοκήλη υπάρχει και ο κίνδυνος απόφραξης της ουρήθρας, με αποτέλεσμα την απότομη απώλεια της ικανότητας ούρησης (επίσχεση ούρων).
Πώς γίνεται η διάγνωση της πρόπτωσης;
Στο πλαίσιο μιας ειδικής γυναικολογικής και υπερηχογραφικής εξέτασης.
Ποιά είναι η θεραπεία της πρόπτωσης της μήτρας & του κόλπου;
Η πιο σύγχρονη μέθοδος, είναι η Λαπαροσκοπική Κτενοπηξία. Κατά την επέμβαση αυτή, ένα πλέγμα από συνθετικό υλικό ράβεται στη μήτρα (ή στον κόλπο εάν η μήτρα έχει ήδη αφαιρεθεί), καθώς επίσης και σε δυο συνδέσμους στο τοίχωμα της λεκάνης δεξιά και αριστερά.
Το πλέγμα αυτό τοποθετείται και ράβεται με τέτοιον τρόπο, ώστε δεν έχει πρόσβαση στον κόλπο. Έτσι, η ασθενής δεν κινδυνεύει από επιπλοκές παρόμοιες με αυτές των κολπικών πλεγμάτων, οι οποίες έχουν ήδη οδηγήσει στην απαγόρευσή τους σε πολλές χώρες.
Με την κτενοπηξία δεν επηρεάζεται η κολπική ανατομία και η σεξουαλική ζωή της γυναίκας, όπως μετά από την κλασική κολπική μέθοδο. Σε σχέση με την άλλη λαπαροσκοπική μέθοδο (ιεροπηξία), η κτενοπηξία εμφανίζει επίσης πολλά προτερήματα: Διατήρηση της φυσιολογικής ανατομίας, χωρίς να προκαλείται υπερδιόρθωση ή μετεγχειρητική ακράτεια ούρων. Επίσης, δεν προκαλεί ποτέ δυσκοιλιότητα – ενώ μετά από ιεροπηξία παρατηρείται χρόνια δυσκοιλιότητα στο 32% των γυναικών.
Η Λαπαροσκοπική Κτενοπηξία μπορεί να γίνει είτε με διατήρηση της Μήτρας, είτε με ταυτόχρονη αφαίρεσή της (υστερεκτομή).
Σε περίπτωση που η ασθενής εμφανίζει ταυτόχρονα πρόπτωση μήτρας, κυστεοκήλη, ορθοκήλη και ακράτεια ούρων, γίνεται ένα συνδυαστικό Λαπαροσκοπικό Χειρουργείο, όπου διορθώνονται όλα ταυτόχρονα.
Κυστεοκήλη & Ορθοκήλη
Η κυστεοκήλη διακρίνεται σε δυο τύπους, ο καθένας εκ των οποίων απαιτεί διαφορετική χειρουργική επέμβαση. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, επειδή η εφαρμογή μη κατάλληλης χειρουργικής μεθόδου θα οδηγήσει σε επιδείνωση των συμπτωμάτων. Έτσι, διακρίνουμε την πρόσθια κολπορραφία και την κολποανάρτηση για την κυστεοκήλη, καθώς και την οπίσθια κολπορραφία για την ορθοκήλη. Στο ΜΗΤΕΡΑ πραγματοποιούμε και τις τρεις αυτές επεμβάσεις λαπαροσκοπικά.
Πλεονεκτήματα λαπαροσκοπικής τεχνικής
VS κλασικής μεθόδου
Η λαπαροσκοπική τεχνική μας παρέχει τη δυνατότητα να διορθώσουμε τη χαλάρωση σε σημεία που δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε με την κολπική τεχνική και η μη συρραφή τους είναι υπεύθυνη για ένα μεγάλο ποσοστό επανεμφάνισης της κυστεοκήλης/ ορθοκήλης. Επίσης, λαπαροσκοπικά αποφεύγεται το κολπικό τραύμα και οι πιθανές μετεγχειρητικές επιπλοκές του, όπως διαταραχές επούλωσης, φλεγμονή, λοίμωξη. Επιπρόσθετα, είμαστε σε θέση να αποφύγουμε τη χρήση κολπικών πλεγμάτων και των σοβαρών επιπλοκών τους. Εάν συνυπάρχει και ακράτεια ούρων, αυτή διορθώνεται ταυτόχρονα. Οι επεμβάσεις αυτές γίνονται μέσω τριών τομών μισού εκατοστού (άψογο αισθητικό αποτέλεσμα) και η γυναίκα παίρνει εξιτήριο την επόμενη ημέρα.
Ο κ. Δρ. Δ. Παναγιωτόπουλος, Επιστημονικός Συνεργάτης του ΜΗΤΕΡΑ, είναι Χειρουργός Γυναικολόγος με εξειδίκευση στη Λαπαροσκοπική Χειρουργική και Ουρογυναικολογία. Είναι κάτοχος της ανώτατης διάκρισης MIC III της Γερμανικής Εταιρίας Λαπαροσκοπικής Χειρουργικής, ενώ είναι διεθνώς πιστοποιημένος Εκπαιδευτής- Χειρουργός στην Λαπαροσκοπική Χειρουργική του Πυελικού Εδάφους.