Η αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ που ενέκρινε σήμερα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τους καθιστά «πιο σαφείς, πιο φιλικούς προς τις επενδύσεις, καλύτερα προσαρμοσμένους στην κατάσταση κάθε χώρας και πιο ευέλικτους», τονίζει η ανακοίνωση του ΕΚ.
Όπως επισημαίνεται, οι ευρωβουλευτές ενίσχυσαν σημαντικά τους κανόνες για την προστασία της ικανότητας των κυβερνήσεων να προχωρούν σε επενδύσεις. Θα είναι πλέον πιο δύσκολο για την Επιτροπή να υποβάλει ένα κράτος μέλος σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος εάν συνεχίζονται οι απαραίτητες επενδύσεις. Επιπλέον, όλες οι εθνικές δαπάνες για τη συγχρηματοδότηση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων θα εξαιρεθούν από τον υπολογισμό των δαπανών της κυβέρνησης, δημιουργώντας περισσότερα κίνητρα.
Το ΕΚ τονίζει ότι οι νέοι κανόνες είναι πολύ πιο αξιόπιστοι, υπό την έννοια ότι θα εφαρμόζονται οι μηχανισμοί μείωσης του ελλείμματος και του χρέους. Βάσει των νέων κανόνων, οι χώρες με υπερβολικό χρέος θα πρέπει να το μειώνουν κατά μέσο όρο κατά 1% ετησίως, εάν το χρέος τους υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ και κατά 0,5% ετησίως κατά μέσο όρο εάν το χρέος είναι μεταξύ 60% και 90%. Εάν το έλλειμμα μιας χώρας υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ, θα πρέπει να μειώνεται κατά τη διάρκεια περιόδων ανάπτυξης για να φτάσει το 1,5% και να δημιουργεί περιθώριο δαπανών για δύσκολες οικονομικές συνθήκες.
Επιπλέον, με τους νέους κανόνες διασφαλίζεται μεγαλύτερος δημοσιονομικός χώρος και συγκεκριμένα με βάση τις διατάξεις που παρέχουν μεγαλύτερο περιθώριο κινήσεων για τις κυβερνήσεις, για παράδειγμα δίνοντας τρία επιπλέον έτη αν χρειάζεται (πέρα από τα υφιστάμενα τέσσερα) για την επίτευξη των στόχων του εθνικού σχεδίου. Οι ευρωβουλευτές εξασφάλισαν ότι αυτός ο πρόσθετος χρόνος μπορεί να χορηγηθεί για οποιονδήποτε λόγο κρίνει σκόπιμο το Συμβούλιο, και όχι μόνο εάν πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια, όπως προτάθηκε αρχικά.
Οι ευρωβουλευτές επέμειναν, επίσης, ότι οι χώρες με υπερβολικό έλλειμμα ή χρέος μπορούν να ζητήσουν διαδικασία συζήτησης με την Επιτροπή προτού τους παρασχεθεί καθοδήγηση σχετικά με την πορεία των δαπανών τους. Αυτό θα δώσει περισσότερες ευκαιρίες σε μια κυβέρνηση να διατυπώσει την άποψή της, ιδίως σε αυτό το κρίσιμο σημείο της διαδικασίας. Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει την υποβολή αναθεωρημένου εθνικού σχεδίου εάν υπάρχουν αντικειμενικές περιστάσεις που εμποδίζουν την εφαρμογή του, για παράδειγμα αλλαγή κυβέρνησης.
Το ΕΚ βοήθησε να ενισχυθεί σημαντικά ο ρόλος των εθνικών ανεξάρτητων δημοσιονομικών θεσμών (που ασχολούνται με τον έλεγχο της καταλληλότητας των προϋπολογισμών της κυβέρνησής τους και την εκπόνηση δημοσιονομικών προβλέψεων), με στόχο να συμβάλλει στην περαιτέρω ενίσχυση του εθνικού αισθήματος ευθύνης για τα σχέδια.
Ο εισηγητής της έκθεσης για τη δημοσιονομική διακυβέρνηση, Μάρκους Φέρμπερ (ΕΛΚ, Γερμανία), δήλωσε: «Η μεταρρύθμιση αυτή αποτελεί μία νέα αρχή και επιστροφή στη δημοσιονομική υπευθυνότητα. Το νέο πλαίσιο θα είναι απλούστερο, πιο προβλέψιμο και πιο ρεαλιστικό. Ωστόσο, οι νέοι κανόνες μπορούν να αποδειχθούν επιτυχείς μόνον εάν εφαρμοστούν σωστά από την Επιτροπή.»
Από την πλευρά της, η εισηγήτρια των Σοσιαλιστών, Μαργαρίτα Μάρκες (Πορτογαλία) δήλωσε: «Αυτοί οι κανόνες παρέχουν περισσότερα περιθώρια για επενδύσεις, ευελιξία στα κράτη μέλη να εξομαλύνουν τις προσαρμογές τους και, για πρώτη φορά, εξασφαλίζουν μια πραγματική κοινωνική διάσταση. Η εξαίρεση της συγχρηματοδότησης από τον κανόνα για τις δαπάνες θα επιτρέψει τη χάραξη μίας νέας και καινοτόμου πολιτικής στην ΕΕ. Χρειαζόμαστε τώρα ένα μόνιμο επενδυτικό εργαλείο σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να συμπληρώσουμε αυτούς τους κανόνες.»
Το Συμβούλιο πρέπει τώρα να εγκρίνει και αυτό επίσημα τους κανόνες. Μόλις εγκριθούν, θα τεθούν σε ισχύ 20 ημέρες μετά τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της ΕΕ.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλουν τα πρώτα εθνικά τους σχέδια έως τις 20 Σεπτεμβρίου 2024. Όλες οι χώρες θα υποβάλλουν μεσοπρόθεσμα σχέδια που θα περιγράφουν τους στόχους δαπανών τους και τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιούνται οι επενδύσεις και οι μεταρρυθμίσεις. Τα κράτη μέλη με υψηλά επίπεδα ελλείμματος ή χρέους θα λάβουν εκ των προτέρων καθοδήγηση σχετικά με τους στόχους των δαπανών τους. Για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δαπανών, ορίστηκαν αριθμητικά όρια αναφοράς για τις χώρες με υπερβολικό χρέος ή έλλειμμα. Οι κανόνες θα θέσουν επίσης στο επίκεντρο την προώθηση των δημόσιων επενδύσεων σε τομείς προτεραιότητας. Τέλος, το σύστημα θα είναι πιο προσαρμοσμένο σε κάθε χώρα κατά περίπτωση αντί να εφαρμόζει μια ενιαία προσέγγιση, και θα συνεκτιμά καλύτερα τις κοινωνικές ανησυχίες.