Του Βασίλη Κορκίδη προέδρου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς
Οι περιφερειακές απειλές για την ελληνική οικονομία είναι δεδομένες, όπως άλλωστε είναι και οι άμυνες που έχει αναπτύξει την τελευταία πενταετία από την συνεχή ενίσχυση των αναπτυξιακών προοπτικών της. Επιβεβαίωση αυτών των προοπτικών είναι μάλιστα μια ακόμη αναβάθμιση από σταθερή σε θετική από την S&P της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας. Είναι σημαντικό πως ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας μας εκτιμάται πως και το 2024 θα τρέξει με διπλάσιο ρυθμό από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Επίσης φέτος αναμένεται στην ελληνική αγορά αύξηση της αγοραστικής δύναµης, από δύο παράγοντες που στηρίζουν την ιδιωτική κατανάλωση, καθώς ο πληθωρισµός εξοµαλύνεται και η αγορά εργασίας ενισχύεται. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους οι προκλήσεις για την Ελλάδα, ανεξαρτήτως του αντίκτυπου των γεωπολιτικών εξελίξεων και της αδύναµης ανάπτυξης σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης, παραµένουν αρκετές και σηµαντικές.
Η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή µετά τις εκατέρωθεν επιθέσεις Ιράν και Ισραήλ είναι σίγουρα μια περιφερειακή απειλή που δηµιουργεί ένα σκηνικό οικονομικής αβεβαιότητας. Σε συνδυασμό μάλιστα με την αδύναµη ανάπτυξη των µεγάλων οικονοµιών της Ευρώπης, στις οποίες η Ελλάδα βασίζεται για επενδύσεις, εξαγωγές και τουρισµό, δημιουργείται υπαρκτός κίνδυνος νέων ανοδικών πιέσεων στον πληθωρισµό και μείωσης στο ρυθμό ανάπτυξης. Οι αρχικές προβλέψεις της κυβέρνησης για ανάπτυξη 2,9%, αλλά και οι αναθεωρηµένες κοντά στο 2,5% μετά και το πρώτο τέταρτο του έτους µοιάζουν φιλόδοξες. Αναλυτές των διεθνών οίκων DBRS και Oxford Economics βλέπουν το εξωτερικό µακροοικονοµικό περιβάλλον γεµάτο προκλήσεις µε αυξηµένες εστίες αβεβαιότητας και μειωμένης ασφάλειας, κατεβάζοντας τον πήχυ της ανάπτυξης της Ελλάδας στο 1,7% με 2% και της Ευρωζώνης στο 0,6% με 1% για το 2024.
Τα σύννεφα πάνω από την ελληνική οικονοµία πάντως παραμένουν, αφού εκτός των εγχώριων προκλήσεων που συνεχίζουν να σκιάζουν τις προοπτικές, όπως το δηµογραφικό, την κλιµατική αλλαγή, τις πλημμύρες που μείωσαν την αγροτική δραστηριότητα και το µεγάλο επενδυτικό χάσµα µε την Ευρώπη, έρχεται η ενίσχυση των γεωπολιτικών εντάσεων στο εξωτερικό που οδηγεί σε άνοδο των τιµών των εµπορευµάτων και ασκεί ανοδικές πιέσεις στο πληθωρισμό. Αυτό μπορεί να καθυστερήσει τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών για µειώσεις επιτοκίων και οδηγεί σε ακόμα πιο προσεκτική διαχείριση των δημοσιονομικών μας δεσμεύσεων. Είναι σημαντικό πως οι κύριοι εµπορικοί εταίροι της Ελλάδας που είναι ευρωπαϊκές χώρες, µε το Ηνωµένο Βασίλειο, τη Γερµανία, τη Βουλγαρία και τη Γαλλία σε συνδυασμό με ΗΠΑ και Ασία που αποτελούν τις κύριες τουριστικές αγορές να διατηρήσουν και φέτος τα σημαντικά έσοδα της χώρας μας από τις εξαγωγές τουριστικών υπηρεσιών.
Δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί η πυκνότητα των κινδύνων με την οποία συσσωρεύονται στη παγκόσμια οικονομία, που σίγουρα επηρεάζουν την ευρωπαϊκή και ελληνική οικονομία. Μετά τη χρηματοοικονομική και την κρίση χρέους οι έντονες ανισορροπίες καλύφθηκαν, παρά το γεγονός ότι ακολούθησαν οι επιμέρους κρίσεις της πανδημίας και της ενέργειας. με πρωτοφανή χαρακτηριστικά. Είναι εντυπωσιακό πως, παρά τους διαδοχικούς κινδύνους συμπεριλαμβανομένων των πρόσφατα αυξανόμενων γεωπολιτικών εντάσεων η ελληνική οικονομία δείχνει ανθεκτικότητα. Το εντυπωσιακότερο όμως είναι πως οι κίνδυνοι δεν αγνούνται, αλλά αναγνωρίζονται εγκαίρως, ενώ φαίνεται να υπάρχει σχέδιο αντιμετώπισης τους. Όση όμως ανθεκτικότητα και να έχει η ελληνική οικονομία, που πράγματι απέδειξε τα τελευταία χρόνια πως έχει, αυτή δεν είναι απεριόριστη.
Το οικονομικό επιτελείο παρακολουθεί με ψυχραιμία τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και βρίσκεται σε ετοιμότητα καθώς μια κλιμάκωση της κρίσης στην περιοχή θα προκαλέσει ντόμινο παρενεργειών στην ελληνική οικονομία, με βασικές εστίες τον πληθωρισμό, την ανάπτυξη, τα δημόσια οικονομικά και το ισοζύγιο πληρωμών. Τα πιθανά σενάρια των δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων έχουν καταρτιστεί προκειμένου να προβλέψουν πιθανές επιπτώσεις σε βασικά οικονομικά μεγέθη. H προσοχή της κυβέρνησης εστιάζεται στις διεθνείς τιμές του πετρελαίου που σημείωσαν άνοδο 30% και εάν υπάρξει σοβαρή κλιμάκωση στην περιοχή οι τιμές θα κινηθούν σε πιο υψηλά επίπεδα πυροδοτώντας ένα νέο κύμα ακρίβειας στην αγορά. Προς το παρόν, η Ελλάδα ετοιμάζεται να καταθέσει στο τέλος του μήνα στις Βρυξέλλες το επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας προβλέποντας χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης για φέτος σε σχέση με τους στόχους του προϋπολογισμού, στην περιοχή του 2,5% από 2,9% και ενδεχομένως λίγο χαμηλότερο ποσοστό για το 2025. Για τον πληθωρισμό οι προβλέψεις κινούνται στην περιοχή του 3% για το σύνολο του έτους ενώ για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,1% καθώς και 10 ποσοστιαίες μονάδες μείωση του δημόσιου χρέους στο 158,8%.
Οι ξένες επενδύσεις στην οικονοµία μας εξακολουθούν να υπολείπονται και θα χρειαστεί χρόνος για να κλείσει το χάσµα µε τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Παραταύτα οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα αυξήθηκαν και έφτασαν τα 856 εκατ. ευρώ το πρώτο δίμηνο του έτους. Επίσης ξένοι επενδυτές αγόρασαν 5 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια. Στόχος για τη διετία 2024-2025 είναι οι επενδύσεις να φτάσουν το 17% και να πλησιάσουν το 20% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Επιπλέον οι δαπάνες των πόρων του Ταµείου Ανάκαµψης που ανέρχονται στο 17% του ΑΕΠ της χώρας και θα συνεχίσουν να στηρίζουν τη χρηµατοδότηση επενδύσεων. Μέχρι σήμερα έχει δαπανηθεί λιγότερο από το 60% των προγραµµατισµένων κεφαλαίων ύψους 3,6 δισ. ευρώ, που σηµαίνει ότι μέχρι τέλος του 2024 θα πρέπει να έχουν απορροφηθεί και να έχουν καλύψει μέρος της επενδυτική διαφοράς.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει καλό κλίμα εκκίνησης της φετινής τουριστικής σεζόν και όλα προς ώρας δείχνουν πως τα «απόνερα» της εστίας της νέας κρίσης στη Μέση Ανατολή, δεν φτάνουν μέχρι το Αιγαίο. Οι φόβοι πηγάζουν κυρίως από την εύθραυστη φύση του τουριστικού προϊόντος, αλλά και από την κόπωση που έχει επιφέρει στους τουρίστες η κρίση ακρίβειας των τελευταίων ετών. Η κρουαζιέρα και η ελληνική ακτοπλοΐα φαίνεται πως επίσης θα έχουν μια καλή χρονιά σε επίπεδο μεταφοράς τουριστικών ροών. Η γεωπολιτική ανάφλεξη και οι νέες πολεμικές συγκρούσεις επίσης δεν προκαλούν φόβους για επιπτώσεις στον κλάδο της ποντοπόρου ναυτιλίας, αλλά αντιθέτως αυξάνουν τη ζήτηση και τα ναύλα του ελληνόκτητου στόλου που έχει το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό μερίδιο. Στο κάδρο μπαίνουν κυρίως ζητήματα ασφάλειας για πλοία και ναυτικούς, με τις εταιρείες να λαμβάνουν οδηγίες, προκειμένου να αποφεύγουν τις επικίνδυνες περιοχές.
Η ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας και η σταθερή δημοσιονομική πολιτική, ουσιαστικά οδηγούν στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, όπως το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης στο 1,86% του ΑΕΠ, στην υπέρβαση καθαρών φορολογικών εσόδων ύψους 647 εκατ. ευρώ το πρώτο δίμηνο του 2024 και στη συγκράτηση των δαπανών των φορέων γενικής Κυβέρνησης ύψους 602 εκατ. ευρώ. Τα θετικά αποτελέσματα αποδεικνύουν τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας και δημιουργούν 4 οφέλη όπως στη ταχύτερη μείωση του δημοσίου χρέους, στη δημιουργία μιας καλύτερης ετήσιας αφετηρίας, στη δημιουργία περιθωρίων ευελιξίας και στην αποστολή ισχυρού σήματος στις διεθνείς αγορές ότι η ελληνική οικονομία ισχυροποιείται και αναπτύσσεται πέραν των στόχων, παρά τις δυσκολίες και τα έκτακτα γεγονότα που αντιμετώπισε η χώρα κατά το προηγούμενο έτος.
Στην «γεωπολιτική σκακιέρα» έχουμε πολλούς οικονομικούς παράγοντες να αντιμετωπίσουμε και πρέπει η κυβέρνηση να τους διαχειριστεί προσεκτικά. Το μέγεθος των άμεσων και έμμεσων απειλών στην ανάπτυξη, τον πληθωρισμό, τις επενδύσεις, το δημόσιο χρέος, το πλεόνασμα, τα δημόσια έσοδα, την απασχόληση, την παραγωγή, τις εισαγωγές, τις εξαγωγές, την εφοδιαστική αλυσίδα και τις εμπορικές σχέσεις με τρίτες χώρες, θα εξαρτηθεί από την ανθεκτικότητα που διαθέτουμε σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Για τον λόγο αυτό, οι ευρωπαϊκές εκλογές τον Ιούνιο θα παίξουν καθοριστικό ρόλο, ώστε να οδηγήσουν σε αποτέλεσμα που θα ευνοήσει την αναγκαία ενίσχυση της ΕΕ. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει στο οικονομικό πεδίο υστέρηση παραγωγικότητας και καινοτομίας, καθώς και εξασθένηση του ρόλου της στη παγκόσμια οικονομία. Δεν μπορούμε μάλιστα να παραβλέψουμε το γεγονός πως η ελληνική οικονομία εξαρτάται από την ευρωπαϊκή. Ζητούμενο λοιπόν είναι, πέραν της άμυνας που διαθέτει η ελληνική οικονομία, να αναπτύξει μαζί με όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ένα «Economic Iron Dome» απέναντι στις περιφερειακές και παγκόσμιες οικονομικές απειλές που δέχεται η Ευρώπη.