Θερμής υποδοχής έτυχε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, χθες, στο γενικό προξενείο της Ελληνικής Δημοκρατίας στο Σίδνεϊ, από τα στελέχη και το προσωπικό του, με επικεφαλής τον γενικό πρόξενο, Ιωάννη Μαλλικούρτη.
«Η Ελληνική Πολιτεία με τας ενταύθα προξενικάς αρχάς είναι αρωγός εις αυτήν την προσπάθειαν διατηρήσεως της αλύσεως της πίστεως, της παραδόσεως, της μνήμης, της κοινής κληρονομίας», τόνισε, μεταξύ άλλων, ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας στο πλαίσιο γεύματος που του παρατέθηκε από τον γενικό πρόξενο.
Στο γεύμα παρακάθισαν ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας Μακάριος και οι περί αυτόν Επίσκοποι της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, καθώς επίσης τα μέλη της Πατριαρχικής Συνοδείας: οι Μητροπολίτες Ίμβρου και Τενέδου Κύριλλος, και Θεσσαλονίκης Φιλόθεος, ο Μέγας Πρωτοσύγκελος Γρηγόριος, και ο Μέγας Εκκλησιάρχης Αέτιος, διευθυντής του Ιδιαίτερου Πατριαρχικού Γραφείου, ο Πατριαρχικός Διάκονος Ευλόγιος, Κωδικογραφεύων της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, η Μοναχή Ιακώβη, Ηγουμένη του Ιερού Ησυχαστηρίου του Τιμίου Προδρόμου Ακριτοχωρίου, ο ‘Αρχων Διδάσκαλος του Γένους Κωνσταντίνος Δεληκωσταντής, διευθυντής του Α´ Πατριαρχικού Γραφείου, και ο ‘Αρχων Διδάσκαλος της Εκκλησίας Θεόδωρος Γιάγκου, καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και οι Νικόλαος – Γεώργιος Παπαχρήστου, διευθυντής του Πατριαρχικού Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας, Θεμιστοκλής Καρανικόλας, υπάλληλος του Πατριαρχείου.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης απευθύνθηκε με λόγους εγκαρδιότητας προς τον οικοδεσπότη γενικό πρόξενο, εκφράζοντας τις ένθερμες ευχαριστίες του για την εξαίρετη συνεργασία του προξενείου με την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας και την παροχή πάσης δυνατής συνδρομής για τη διευκόλυνση της επισκέψεώς του στην πέμπτη ήπειρο. Ζήτησε, μάλιστα, από τον κ. Μαλλικούρτη να μεταβιβάσει προς τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη την ευγνωμοσύνη του για την καθοριστική συμβολή της ελληνικής κυβέρνησης και τη στενή συνεργασία της με τις εν Αυστραλία πολιτειακές και εκκλησιαστικές αρχές, ώστε να πραγματοποιηθεί απρόσκοπτα η επίσκεψη.
Επιπλέον, αφού εξήρε την αφοσίωση των μελών της Ομογένειας της Αυστραλίας στην ελληνική τους ταυτότητα και στην παράδοση της Ρωμηοσύνης, και επισήμανε την καθοριστική προς τούτο συμβολή της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, αναφέρθηκε μετ’ επαίνων και στη συνεισφορά των προξενικών αρχών της Ελλάδος. «Η Ελληνική Πολιτεία με τας ενταύθα προξενικάς αρχάς είναι αρωγός εις αυτήν την προσπάθειαν διατηρήσεως της αλύσεως της πίστεως, της παραδόσεως, της μνήμης, της κοινής κληρονομίας. Οι ομογενείς αδελφοί μας αισθάνονται και διά του τρόπου αυτού εγγύτερον προς τη Μητέρα Πατρίδα και ο πόνος της ξενιτείας καθίσταται κατά τι γλυκύτερος», σημείωσε, μεταξύ άλλων.
Κατακλείοντας, ο Οικουμενικός Πατριάχης μνημόνευσε με συγκίνηση τον αείμνηστο πρέσβη Στυλιανό Μαλλικούρτη, πατέρα του γενικού προξένου, ο οποίος είχε υπηρετήσει «ευδοκίμως» στην Πόλη, καταλείποντας αγαθές αναμνήσεις στην εκεί Ομογένεια και τη Μητέρα Εκκλησία: «Η επιτυχής διπλωματική σας πορεία, η ευγενική σας προσωπικότης, η διάθεσις αυτοθυσίας διά τον πλησίον, η αφοσίωσίς σας εις τα ιδεώδη του Γένους, ο σεβασμός σας εις τα της Ορθοδόξου ημών πίστεως και εν γένει ο πολυτάλαντος χαρακτήρ σας, φέρουν εις την σκέψιν μας την λαμπράν προσωπικότητα του αειμνήστου πατρός σας, πρέσβεως Στυλιανού Μαλλικούρτη, ενός εκ των καλυτέρων διπλωματών, όστις διηκόνησεν εις την Κωνσταντινούπολιν προ τινών δεκαετιών, συνεργαζόμενος στενώς και αρίστως μετά του εν Φαναρίω Ιερού Κέντρου και μετά πολλών αξιολόγων Ιεραρχών, μεταξύ των οποίων και του μακαριστού Γέροντος της ημών Μετριότητος, Μητροπολίτου Χαλκηδόνος Μελίτωνος. Είμεθα βέβαιοι ότι κατά την στιγμήν ταύτην αγάλλεται η ψυχή του μακαριστού πατρός σας και ασφαλώς θα υπερηφανεύεται διά την πρόοδον και προκοπήν σας».
Προ της αναχωρήσεώς του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης προσκάλεσε τον κ. Μαλλικούρτη στο Φανάρι, προς ανταπόδοση της ζεστής φιλοξενίας που παρείχε στον ίδιο και τη συνοδεία του, ενώ του ευχήθηκε να έχει πλούσια τη χάρη και τον φωτισμό του Παναγίου Πνεύματος στο επίμοχθο και λίαν ευθυνοφόρο λειτούργημά του.
Συγκινητική υποδοχή του Οικουμενικού Πατριάρχη στον Ι.Ν. Αναστάσεως του Χριστού Κόγκαρα
Επιπροσθέτως, ο Οικουμενικός Πατριάρχης επισκέφθηκε, χθες, το προάστιο Κόγκαρα του Σύδνεϋ, όπου ως ιστορική και αλησμόνητη χαράχθηκε η 9η Οκτωβρίου 2024 στις μνήμες των ευσεβών πιστών της Ενορίας – Κοινότητας Αναστάσεως του Χριστού.
Ο περικαλλής ναός είχε φορέσει από νωρίς τα γιορτινά του, ενώ στην πρώτη γραμμή της ενθουσιώδους υποδοχής του Οικουμενικού Πατριάρχη βρίσκονταν οι νέοι και οι νέες της ελληνορθόδοξης κοινότητας του Κόγκαρα.
«Παναγιώτατε, σας αγαπάμε», ήταν το μήνυμα που αντίκρυσε κατά την άφιξή του ο Πατριάρχης, σχηματισμένο με γράμματα στις μπλούζες Ελληνόπουλων, τα οποία είχαν παραταχθεί δίπλα – δίπλα στα σκαλιά της εκκλησίας. Το ίδιο μήνυμα εισέπραξε και από τα χαμογελαστά -και άλλοτε συγκινημένα- πρόσωπα μικρών και μεγάλων, που είχαν σπεύσει να τον συναντήσουν, να τον χαιρετίσουν και να λάβουν την ευλογία του.
Μετά την ανάκρουση και την απαγγελία των εθνικών ύμνων της Αυστραλίας και της Ελλάδος, από μαθητική μπάντα και χορωδία, ο Παναγιώτατος εκφώνησε θερμό χαιρετισμό. Αναφέρθηκε αρχικά, συγκινημένος, στην προηγούμενη επίσκεψή του στην ενορία του Κόγκαρα, πριν από 28 έτη, και δόξασε τον Θεό που αξιώθηκε να επιστρέψει για δεύτερη φορά σε ένα μέρος όπου χτυπάει δυνατά η καρδιά του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. Εστίασε, εξάλλου, στην αφοσίωση στις ελληνορθόδοξες παραδόσεις των μεταναστών που εγκαταστάθηκαν στο Κόγκαρα του Σύδνεϋ από τα μέσα του 20ού αι. κι έπειτα, και δημιούργησαν μια ακμάζουσα κοινότητα. «Ακρογωνιαίος λίθος αυτής της ακμάζουσας κοινότητας», επεσήμανε, «ήταν -και συνεχίζει να είναι- η ελληνορθόδοξη εκκλησία της Αναστάσεως του Κυρίου μας, η οποία διαδραμάτισε τον αναγκαίο ρόλο στη διατήρηση μιας πολιτιστικής σύνδεσης με την πατρώα γη και στην καλλιέργεια της αίσθησης του ανήκειν μεταξύ των Ελλήνων Ορθοδόξων πιστών».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν παρέλειψε να σημειώσει τη συνεισφορά της ενορίας Αναστάσεως του Χριστού στην ευρύτερη κοινωνία, μέσα από την ενεργό συμμετοχή της σε φιλανθρωπικές δράσεις, την υποστήριξη σχολείων και νοσοκομείων, την ανάληψη άλλων κοινοτικών πρωτοβουλιών, αλλά και το πολιτιστικό «άνοιγμά» της σε ανθρώπους από διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα. Με την ευκαιρία αυτή, υπογράμμισε τη σημαντική αποστολή που έχει η Ορθόδοξος Εκκλησία στον σύγχρονο κόσμο, όπως περιεγράφη και στα σχετικά κείμενα που προέκυψαν από τις εργασίες της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης, το 2016.
Υπενθυμίζοντας ότι οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, κατά την ιστορική Σύνοδο της Κρήτης, ασχολήθηκαν με πολλές προκλήσεις της εποχής μας, μεταξύ των οποίων ο ρατσισμός, η φτώχεια, το αυξανόμενο χάσμα στην οικονομική ανισότητα κ.ά., επισήμανε ότι «η αποστολή της Εκκλησίας πρέπει να είναι το να εργάζεται για την ενίσχυση της αλληλεγγύης και της αδελφοσύνης». Κατέληξε με την ευχή «η εκκλησία της Αναστάσεως του Κυρίου μας, εδώ στο Κόγκαρα, να είναι και αυτή “τόπος συναντήσεως”, στον οποίο συγκεντρωνόμαστε για να γίνουμε το ένα σώμα του Χριστού. Ενωμένοι κατ’ αυτόν τον τρόπο, είθε να ενισχυθούμε για να βγούμε στην κοινωνία με αυτή την αποστολή, για το καλό της ανθρωπότητας και του κόσμου γενικότερα. Είθε η Εκκλησία να είναι σημείο και όργανο αυτής της ελπίδας. Να είναι σημείο και όργανο του οράματος για μια κουλτούρα του μοιράσματος και της προσφοράς, της υπάρξεως ως συνυπάρξεως και της ζωής ως κοινωνίας».
Μετά την ολοκλήρωση της ομιλίας του, ο Παναγιώτατος καμάρωσε τη νέα γενιά της ενορίας – κοινότητος, η οποία εκτέλεσε και ερμήνευσε τραγούδια προς τιμήν του. Έπειτα, εισήλθε συγκινημένος στην εκκλησία, πλαισιούμενος από τον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας Μακάριο, τον Ιερατικώς Προϊστάμενο, Επίσκοπο Μαγνησίας Χριστόδουλο, και τον πρόεδρο της ενορίας – κοινότητος Νικόλαο Βαρβαρή.