Το μέλλον ανήκει στους ανθρώπους που βλέπουν τις δυνατότητες προτού αυτές γίνουν προφανείς. Theodore Levitt, 1925-2006, Αμερικανός οικονομολόγος

Μια μελέτη του Θ. Βαφειάδη αποκαλύπτει το σπουδαίο αρχιτεκτονικό παρελθόν του Κιλκίς

28 Απριλίου, 2024

 Πριν από λίγες μέρες, ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων νομού Κιλκίς προχώρησε σε μια …υπέρβαση. Ανακήρυξε επίτιμο μέλος του έναν τοπογράφο μηχανικό, σε μια τιμητική εκδήλωση με όλη την επισημότητα που επιβάλλει μια αναγόρευση και όλο το τυπικό των βραβεύσεων που συμπυκνώθηκαν σε ένα συμβολικό δώρο: μια μικρή ακουαρέλα με φόντο το ηλιοβασίλεμα στα παλιά σπίτια επί της οδού Μητροπόλεως του Κιλκίς.

   «Η Αρχιτεκτονική δεν είναι τίποτε άλλο παρά η επιθυμία μιας εποχής εκφρασμένη στο χώρο», ανέφερε στον πρόλογο της τιμητικής εκδήλωσης ο πρόεδρος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Γιάννης Φαχουρίδης, επικαλούμενος τον μεγάλο Γερμανό αρχιτέκτονα Mies van de Rohe. Κι αυτό ακριβώς έκανε ο τιμώμενος τοπογράφος μηχανικός (και μελετητής ιστοριογράφος, λαογράφος και συγγραφέας) Θανάσης Βαφειάδης: το πώς η πόλη του Κιλκίς και η αρχιτεκτονική της κατάφεραν να εκφραστούν στον μικρό και παραμεθόριο τόπο, που με σθένος, δίχως πλούτο, μακρά ειρήνη ή φυσικές ομορφιές κρατήθηκε στον χρόνο, δομήθηκε και εδραιώθηκε μέσα από τις στάχτες των μαχών και τη δίψα των προσφύγων για ειρήνη και προκοπή.

   «Καλά, έχει αρχιτεκτονική του Κιλκίς;» ήταν το ερώτημα που ο κ. Βαφειάδης έμελλε να απαντήσει περισσότερο απ’ όλα τα άλλα στη μελέτη που ξεκίνησε πριν από χρόνια, με σκοπό να καταγράψει τις μαρτυρίες για την ιστορία της πόλης, που αφηγούνται όχι οι άνθρωποι αλλά τα κτήρια, «μιλώντας» με τη δική τους «γλώσσα», η οποία συγκροτείται από μορφές, σχήματα και δομικά υλικά.

   «Προφανώς και έχει αλλά όχι αυτή που θα θέλαμε», σχολίασε ο ίδιος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την αρχιτεκτονική της μικρής μακεδονικής πόλης των 23.000 κατοίκων, που όλοι λίγο ή πολύ γνωρίζουν ή έχουν επισκεφθεί λόγω εγγύτητας με τη Θεσσαλονίκη. «Με τα μάτια της ψυχής του και κυρίως αυτά της παιδικής και εφηβικής ηλικίας», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, γυρνώντας πίσω το ρολόι του χρόνου για να αποτυπώσει ένα εντυπωσιακό αρχιτεκτονικό παρελθόν που ελάχιστοι εκτός νομού Κιλκίς γνωρίζουν ότι υπάρχει.

   Η ακμή της ωραίας Κιλκίδος

   Ο Θανάσης Βαφειάδης, όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Κιλκίς. Σπούδασε στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης αλλά προτίμησε να επιστρέψει στην πατρώα πόλη για να εργαστεί ως τοπογράφος μηχανικός, και παράλληλα «να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται» από την ιστορική της μνήμη.

   Το ταξίδι στον χρόνο και τον χώρο της παλιάς πόλης του Κιλκίς έχει αφετηρία το επιβλητικό διοικητήριο του 1896 το οθωμανικό χαμάμ του Σεΐχ Σεΐτ Εφέντη. Το Πολυάνειο Ωδείο. Τις δίδυμες καπναποθήκες Άγκο Ποπώφ, που εξακολουθούν να αντιστέκονται στη φθοροποιό δύναμη του χρόνου και μαρτυρούν την ακμή της παλιάς πόλης, της ωραίας «Κιλκίδος με τας μεγαλοπρεπείς οικοδομάς που εις ουδέν άλλον μέρος της Μακεδονίας εύρομεν», όπως σημείωνε το 1913 ανταποκριτής εφημερίδας από την Πάτρα.

   Όπως επισήμανε ο κ. Βαφειάδης στην ομιλία του, που έγινε με αφορμή και την έκθεση «Η Αρχιτεκτονική του Κιλκίς», την οποία και επιμελήθηκε, οι λιθόκτιστες και πλινθόκτιστες κατοικίες της παλιάς πόλης καταστράφηκαν από την πυρκαγιά που ξέσπασε κατά τη διάρκεια της Μάχης Κιλκίς-Λαχανά, το 1913. Μόνο κάποιες λίγες σώθηκαν, όπως η οικία Σεβαστόπουλου στο «Φραγκομαχαλά» ή το σπίτι του Χότζα στον «Τουρκομαχαλά».

   Η στεγαστική αποκατάσταση των προσφύγων

   Η έλευση των πρώτων προσφύγων δημιούργησε το πρόβλημα της στεγαστικής τους αποκατάστασης σε μια πόλη που στο μεγαλύτερο μέρος είχε μετατραπεί σε σωρούς ερειπίων. Από την Επιτροπή αποκατάστασης Προσφύγων και την Πρόνοια υπολογίζεται ότι κατασκευάστηκαν συνολικά 315 προσφυγικές κατοικίες.

   Ο Δημήτριος Ευθυμιάδης, ο πλέον γνωστός πολιτικός μηχανικός του Κιλκίς, σε σειρά άρθρων του στην εφημερίδα ΦΩΣ το 1925 κατήγγειλε το βασίλειο της κακοτεχνίας και της ρεμούλας στις πλάτες του προσφυγικού κόσμου. Έγραφε χαρακτηριστικά: «Εις το πρώτον φύσημα του αέρος τα τούβλα πίπτουν εντός των δωματίων και αι οικογένειαι είναι υποχρεωμέναι ως εκ τούτου να αποφεύγουν την διανυκτέρευσιν πλησίον των τοίχων».

   Για το σύνολο των προσφύγων, η απόκτηση κατοικίας ήταν η κύρια επιδίωξη. Η ιδιόκτητη κατοικία τους παρείχε το αίσθημα της ασφάλειας και της ιδιωτικότητας που τους είχε λείψει στα χρόνια του ξεριζωμού. Άλλωστε, η κατοικία ήταν αυτή που συνέδεε στέρεα τους πρόσφυγες με τη νέα τους πατρίδα.

   Για τους αστούς, η «ακριβή» κατοικία ήταν δείγμα κοινωνικής καταξίωσης. Όσοι απ’ αυτούς είχαν μεταφέρει σημαντικά τμήματα των περιουσιών τους, διοχέτευσαν τα κεφάλαια τους στην κατασκευή κατοικίας, μεταφέροντας μια γενναία δόση κοσμοπολιτισμού που επικρατούσε στις «χαμένες πατρίδες».

   Η παγκόσμια πρωτοτυπία της αντιπαροχής

   Εκτός από τους Έλληνες αρχιτέκτονες και ξένοι άφησαν το αποτύπωμά τους στην πόλη και στα χωριά του Κιλκίς την περίοδο του Μεσοπολέμου. Με σχέδια Γερμανού αρχιτέκτονα κατασκευάστηκε η καπναποθήκη της Αυστροελληνικής το 1932 και με το όνομά του, η καπναποθήκη του Βιξ ήταν γνωστή στους Κιλκισιώτες. Το επιβλητικό νεοκλασικό κονάκι του γαιοκτήμονα Σουλτογιάννη στο Μιχαλίτσι χτίστηκε το 1918 με σχέδια που εκπόνησε Ρώσος αρχιτέκτονας που ήρθε ειδικά γι’ αυτόν το σκοπό από την Αυστρία.

   Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος και η εμφύλια διαμάχη που ακολούθησε είχαν ως συνέπεια την οικοδομική απραξία, η οποία διήρκεσε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950. Το πρόβλημα ανέλαβε να λύσει η ιδιωτική πρωτοβουλία, με παγκόσμια πρωτοτυπία το σύστημα της «αντιπαροχής» και η κατασκευή πολυώροφων κτιρίων από σιδηροπαγές σκυρόδεμα ή μπετόν αρμέ, όπως λεγόταν από τους περισσότερους.

   Σχεδόν μισό αιώνα μετά την Αθήνα, κτίστηκε στο Κιλκίς η πρώτη πολυώροφη οικοδομή στη γωνία Σπάρτης και Αγίου Γεωργίου, από τον πολιτικό μηχανικό Δημήτριο Γιαννιτσόπουλο, με βάση την από 15-5-1964 οικοδομική άδεια της πολεοδομίας.

   Τα διαμερίσματα των πολυκατοικιών, που άρχισαν να ανεγείρονται αρχικά στο κέντρο της πόλης, διαφημίζονταν σαν μικρά παλατάκια, «λουξ με όλα τα κομφόρ».

   Χαρακτηριστικό το χρώμα των προσόψεων, που σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής έπρεπε να είναι διακριτικό και έτσι κυριαρχούσαν το γκρι και το άσπρο. Υπήρχαν βέβαια και οι εξαιρέσεις, όπως συνέβη με την οικοδομή στη διασταύρωση Χαλκέων και Λέκκα (οικοδομική άδεια 17/7-5-1958), στην οποία ο πολιτικός μηχανικός Γιαννιτσόπουλος είχε επιλέξει να βάψει κάθε μπαλκόνι με διαφορετικό χρώμα, κάνοντας τους Κιλκισιώτες να σχολιάζουν: «επαλαλώθεν ο γαμπρός του Τσουκαλά».

   Έχει αρχιτεκτονική το Κιλκίς;

   «Προφανώς και έχει (σ.σ. αρχιτεκτονική), αλλά όχι αυτή που θα θέλαμε. Δυστυχώς, όσο κι αν ψάξουμε στο οικιστικό απόθεμα της πόλης, ελάχιστα δείγματα αξιόλογων κτηρίων ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής και αισθητικής αξίας θα βρούμε. Και τα περισσότερα εγκαταλειμμένα να ρημάζουν, λες κι έχουμε πολλά και μας περισσεύουν», τόνισε.

   «Αγαπάμε αυτήν την πόλη περισσότερο από όλους τους άλλους λόγους γιατί είναι κομμάτι των παιδικών μας χρόνων. Κι αν την κοιτάξουμε μέσα από τα μάτια της ψυχής μας, όπως κάναμε όταν ήμασταν παιδιά, ίσως και να τη δούμε ομορφότερη και ίσως και να καταφέρουμε κάποτε να την κάνουμε όπως την ονειρευόμαστε» κατέληξε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Βαφειάδης.

   Γεωργία Χατζηγεωργίου

   *Τις φωτογραφίες που παραχώρησε στον ΑΠΕ-ΜΠΕ o κ. Βαφειάδης