Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα και η ποταπή επιθυμία να δεις να υποκύπτει, αυτός που τολμάει να αντιστέκεται σ΄αυτό που σε συνθλίβει. Abert Camus, 1913-1960, Γάλλος συγγραφέας

Κ. Καραμανλής για Μ. Γιαννάκου: Φωτεινός φάρος σε ομιχλώδες τοπίο

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παρέστη στην εκδήλωση μνήμης για τη Μαριέττα Γιαννάκου που διοργάνωσε η Πανελλαδική Οργάνωση Γυναικών «Παναθηναϊκή», στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.

   Στην εκδήλωση, την οποία προλόγισε ο πρόεδρος της Βουλής, Κωνσταντίνος Τασούλας, κεντρικός ομιλητής ήταν ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, ενώ το «παρών» έδωσε επίσης ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, μέλη του υπουργικού συμβουλίου, αλλά και στελέχη της Νέας Δημοκρατίας.

   Ο Κωνσταντίνος Τασούλας, έκανε λόγο για «μια ξεχωριστή εκδήλωση, ενός ξεχωριστού Σωματείου για μια ξεχωριστή φίλη και προσωπικότητα». Τόνισε ότι πρόκειται για μια «εκδήλωση τιμής στη μνήμη μιας προσωπικότητας που μετέτρεψε τη δουλειά σε προσφορά, την προσφορά σε αναγνώριση και την αναγνώριση σε δικαίωση», και χαρακτήρισε τη Μαριέττα Γιαννάκου πολιτικό των ευρύτερων συναινέσεων.

   Ανέφερε ότι προετοιμαζόμενος για την εκδήλωση, ανέτρεξε στο αρχείο του Ευάγγελου Αβέρωφ και ειδικά σε ένα σημείωμα της Τρίτης 22 Μαΐου του 1984 για τις ευρωεκλογές της 17ης Ιουνίου, επισημαίνοντας πως στη λίστα των υποψηφίων ευρωβουλευτών, η Μαριέττα Γιαννάκου περιλαμβανόταν μεταξύ των «άξιων κομματικών στελεχών που έπρεπε να τύχουν αναγνώρισης». Πρόσθεσε πως η Μαριέττα Γιαννάκου δικαίωσε την επιλογή της με το παραπάνω και πέντε χρόνια αργότερα τοποθετήθηκε επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου της ΝΔ, το 1989.

   Ο κ. Τασούλας ανέφερε επίσης, ότι αποτελεί υπόδειγμα πολιτικής εξέλιξης, που έτυχε αναγνώρισης από διαδοχικούς προέδρους της ΝΔ, και μνημόνευσε λόγια της Μ. Γιαννάκου που έλεγε πως για εκείνη, η εκπαίδευση δεν είναι ένας μηχανισμός που μας μαθαίνει να αποφεύγουμε τις ευθύνες μας, αλλά το πώς να αντιλαμβανόμαστε και να τιμούμε τις ευθύνες μας. Χαρακτήρισε την Μ. Γιαννάκου ως «παράδειγμα εμπλουτισμού της πολιτικής ζωής πιο πολύτιμο από ποτέ» και τόνισε τέλος, πως το αρχείο της Μαριέττας Γιαννάκου βρίσκεται ήδη στη Βουλή και θα είναι σύντομα διαθέσιμο.

   Στην εκδήλωση απηύθυνε στη συνέχεια χαιρετισμό η πρόεδρος της πανελλαδικής οργάνωσης γυναικών «Παναθηναϊκή», Μαρία Γιαννίρη, που ανέφερε πως η Μαριέττα Γιαννάκουν τιμάται μεταξύ γενναίων γυναικών που άφησαν το δικό τους αποτύπωμα.

   Ο πρώην πρωθυπουργός, Κώστας Καραμανλής, ξεκίνησε με αναφορά σε βιογραφικά στοιχεία της Μαριέττας Γιαννάκου, χαρακτηρίζοντάς την «σοβαρή, μετρημένη, ευγενή και ταυτόχρονα μαχητική, επίμονη, με βαθιά πίστη στις ιδέες της».

   «Γνώρισα την Μαριέττα πριν από 50 σχεδόν χρόνια, το φθινόπωρο του 1974. Την συνάντησα – πού αλλού; – στις γραμμές της Οργάνωσης Νέων της Νέας Δημοκρατίας, τους πρώτους μήνες της Μεταπολίτευσης. Σ’ εκείνη την εποχή με τις έντονες ιδεολογικές αναζητήσεις, τις ατελείωτες συζητήσεις και τους διαξιφισμούς, όταν ακόμα, πέρα και πάνω από επιμέρους διαφορές, οι νέοι εμπνέονταν από φιλόδοξα οράματα», ανέφερε εισαγωγικά.

   Η Μαριέττα Γιαννάκου «είχε άποψη καθαρή και επιχειρηματολογημένη – συνέχισε ο πρώην πρωθυπουργός. Την ενέπνεαν τα μεγάλα ιδανικά της εθνικής ανεξαρτησίας, της ομαλής λειτουργίας της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, όπως την εξέφρασε με την πολιτική του ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Με πνεύμα ανεξάρτητο και αγωνιστικό, ήταν πάντα πρωτοπόρος στις μάχες των ιδεών».

   Ειδική αναφορά έκανε επίσης στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε το θέμα με το βιβλίο της Ιστορίας και την επίμαχη διατύπωση για την καταστροφή της Σμύρνης, τονίζοντάς του, ότι οι αλλαγές έπρεπε να γίνουν «με συντεταγμένο τρόπο, από τα αρμόδια όργανα και τις θεσμικές διαδικασίες. Ο σεβασμός της θεσμικής τάξης είναι το ύψιστο καθήκον της εκάστοτε κυβέρνησης σε μια δημοκρατική πολιτεία».

   Ακολούθως, μίλησε για την ισχυρή πίστη της στον κοινοβουλευτισμό, που όπως είπε «αναδεικνύεται με την στάση που τήρησε την περίοδο που, ως υπουργός Παιδείας, παρουσίασε και έθεσε προς διαβούλευση την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και τον νόμο-πλαίσιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η Γιαννάκου επιζητούσε πράγματι έναν Εθνικό Διάλογο για την Παιδεία, δυστυχώς όμως σε ώτα μη ακουόντων. Με διορατικότητα, τόλμη και αποφασιστικότητα, πρότεινε τομές σ’ έναν χώρο που κυριαρχούσαν κάθε λογής συμφέροντα, το βόλεμα και η ήσσων προσπάθεια».

   Συμπερασματικά, ο κ. Καραμανλής τόνισε επίσης, πως είναι παρήγορο και προσωπική της δικαίωση, ότι αρκετές από τις μεταρρυθμίσεις της επανέρχονται και θεσμοθετούνται σήμερα, έστω και με καθυστέρηση πολλών ετών.

   Ειδική μνεία έκανε στο ότι η ειδίκευσή της στην ψυχιατρική «την έφερε αντιμέτωπη στο πεδίο, στις κλινικές, τις δομές στήριξης και τις μονάδες απεξάρτησης, με τη μάστιγα των ναρκωτικών. Η εμπειρία αυτή, η διαχείριση του προσωπικού γολγοθά των νεαρών, ως επί το πλείστον, χρηστών, αλλά και των οικογενειών τους, ήταν για τη Γιαννάκου καταλυτική».

   Ακόμη υπογράμμισε πως «η Μαριέττα Γιαννάκου υπήρξε μια γνήσια ευρωπαΐστρια. Πιστή στο ιδεώδες της ευρωπαϊκής ενοποίησης για τη δημιουργία μιας πραγματικά ευρωπαϊκής διακυβέρνησης με ομοσπονδιακή δομή. Και είχε, πάνω από όλα, την πεποίθηση ότι παρά τις αντιξοότητες και τα πισωγυρίσματα, η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε την ικανότητα να εμβαθύνει συνεχώς τη συνεργασία των κρατών και των λαών της, και ότι μακροπρόθεσμα η συνολική διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, θα οδηγούσε τελικά στην υλοποίηση του πρωταρχικού ευρωπαϊκού οράματος». Σχολίασε μάλιστα, πως «σήμερα βέβαια, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των οραματιστών του και δεν γεννά αισιοδοξία ότι ακολουθεί αυτήν την κατεύθυνση. Σε πολλές μάλιστα και κρίσιμες περιπτώσεις, έχει απογοητεύσει. Δεν έχει κατορθώσει να επιτύχει μια στοιχειώδη συνεννόηση πάνω σε αυτά που αποτελούν τις ίδιες τις θεμελιώδεις αρχές και αξίες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Δυστυχώς έχει επικρατήσει η υπεράσπιση των μικροσυμφερόντων των επιμέρους κρατών μελών, έναντι της υπεράσπισης των πανευρωπαϊκών μας αρχών και αξιών, που είναι ακριβώς αυτές που μας προσδιορίζουν και κάνουν την Ένωσή μας μοναδική».

   Υπενθύμισε επίσης για την Μαριέττα Γιαννάκου, πως «ξεχωρίζει και μια ακόμη σημαντική παρέμβασή της προς την Ευρωπαϊκή Συνέλευση για την εκπόνηση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος: Η Μαριέττα πίστευε σθεναρά στη σημασία της συμμετοχής όλων των πολιτών στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και την διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Υποστήριξε τη ρύθμιση για τη «λαϊκή πρωτοβουλία», με βάση την οποία, ένα εκατομμύριο πολίτες θα μπορούσαν να ζητήσουν την ανάληψη συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα».

   Ο κ. Καραμανλής, ολοκληρώνοντας, επεσήμανε πως «σε μια εποχή που οι συμπεριφορές ή τα κίνητρα στον δημόσιο βίο αμφισβητούνται σε παγκόσμιο επίπεδο ολοένα και περισσότερο, έχουμε ανάγκη όσο ποτέ από ενάρετα πρότυπα. Η σπουδαιότερη προσφορά της Μαριέττας στα κοινά, πέρα από το σημαντικό έργο της, είναι ο χαρακτήρας, η διαδρομή της, το παράδειγμά της». Καθώς και ότι «γι’ αυτόν τον χαρακτήρα της χρησιμεύει πάντα για όλους μας ως φωτεινός φάρος σε ομιχλώδες τοπίο».

   Κλείνοντας τόνισε πως «τελικά, αυτό που έκανε την Μαριέττα να ξεχωρίζει, ήταν η ακεραιότητά της. Σε όλες της εκφάνσεις του δημόσιου αλλά και προσωπικού της βίου. Έντιμη και ειλικρινής στις σχέσεις της, ευγενής αλλά με περίσσιο θάρρος γνώμης, ζεστή, ταυτόχρονα όμως αυστηρή με όλους και πρωτίστως με τον εαυτό της. Με δύο λόγια άνθρωπος αρχών, με κεφαλαίο το άλφα». Και κατέληξε: «Πιστεύω βαθιά, όπως νομίζω πιστεύουν όλοι όσοι την έζησαν από κοντά, ότι η Μαριέττα είναι πάντα δίπλα μας, όπως πάντα πιασμένοι χέρι – χέρι στις δύσκολες ανηφόρες της αρετής».

   Σύντομη ομιλία για τη Μαριέττα Γιαννάκου απηύθυνε επίσης ο Έλμαρ Μπροκ, πρώην πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, προβλήθηκε βίντεο με αποσπάσματα από τοποθετήσεις της και η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με μια ανοιχτή συζήτηση, στην οποία συμμετείχαν η δημοσιογράφος Μαριάννα Πυργιώτη, ο δημοσιογράφος και πρώην υπουργός Παιδείας, Πέτρος Ευθυμίου, ο βουλευτής Α΄ Αθήνας, πρώην υπουργός και πρώην δήμαρχος Αθηναίων, Νικήτας Κακλαμάνης, ο πανεπιστημιακός και πρώην γ.γ. του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Ανδρέας Καραμάνος και η πολιτική επιστήμονας και πρώην βουλευτής, Βάσω Κόλλια.