Η απώλεια ύπνου δεν μας κάνει να νιώθουμε απλώς κουρασμένοι. Μπορεί να υπονομεύσει τη συναισθηματική μας λειτουργία, να μειώσει τη θετική μας διάθεση και να μας οδηγήσει να εκδηλώσουμε συμπτώματα άγχους. Αυτά διαπιστώνει μελέτη που δημοσίευσε η Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία στο περιοδικό «Psychological Bulletin».
Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής την Κάρα Πάλμερ από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Μοντάνα, ανέλυσε δεδομένα από 154 μελέτες που καλύπτουν πέντε δεκαετίες με 5.715 συμμετέχοντες συνολικά. Σε όλες τις μελέτες οι ερευνητές διατάραξαν τον ύπνο των συμμετεχόντων για μία ή περισσότερες νύχτες. Σε ορισμένα πειράματα οι συμμετέχοντες παρέμειναν ξύπνιοι για παρατεταμένο χρονικό διάστημα, σε άλλα τους επιτράπηκε λιγότερη ποσότητα ύπνου από την τυπική και σε μια τρίτη κατηγορία ξυπνούσαν περιοδικά καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας.
Όπως διαπιστώθηκε, η απώλεια ύπνου οδήγησε σε όλες τις περιπτώσεις σε λιγότερα θετικά συναισθήματα (όπως χαρά, ευτυχία και ικανοποίηση), καθώς και σε αυξημένα συμπτώματα άγχους, όπως ταχυκαρδία και αυξημένη ανησυχία.
Ωστόσο, ένας περιορισμός της μελέτης ήταν ότι η πλειονότητα των συμμετεχόντων ήταν νέοι ενήλικες, με μέσο όρο ηλικίας τα 23 έτη. Σύμφωνα με τους ερευνητές, μελλοντική έρευνα θα πρέπει να περιλαμβάνει μεγαλύτερο ηλικιακό δείγμα για να κατανοηθεί καλύτερα πώς η στέρηση ύπνου επηρεάζει τους ανθρώπους σε διαφορετικές ηλικίες.
Μ. Κουζινοπούλου
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ