«Η ενίσχυση του κλιματικού εγγραμματισμού μπορεί να συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής, αλλά και να επιδράσει θετικά στις πράσινες συμπεριφορές», είναι ένα από τα συμπεράσματα που καταλήγει έρευνα που ανέπτυξε η επιστημονική ομάδα της μονάδας METEO, του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος & Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της έρευνας από την ειδική λειτουργική επιστήμονα στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Δρ. Κατερίνα Παπαγιαννάκη, υπογραμμίστηκε ότι ο μέσος κλιματικός εγγραματισμός στην Ελλάδα είναι σχετικά υψηλός, ωστόσο συγκριτικά η μέση ‘πράσινη’ συμπεριφορά ακόμα και αν δεν επιβαρύνει οικονομικά τον πολίτη είναι χαμηλή. Στα ερωτήματα που τέθηκαν διαπιστώθηκε χαμηλότερος εγγραμματισμός σχετικά με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, αλλά και για τις ευθύνες της κλιματικής αλλαγής σε σχέση με τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Αναφορικά με την δυσπιστία των πολιτών ως προς την ύπαρξη και τη σοβαρότητα της κλιματικής αλλαγής το 70% των ερωτηθέντων είναι απόλυτα βέβαιοι ότι η κλιματική αλλαγή είναι εδώ. Το 50% θεωρούν απόλυτα κατανοητή τη διεθνή ανησυχία για τις επιπτώσεις της. Ωστόσο οι πολίτες ανησυχούν, αν και συγκρατημένα, για τις επιπτώσεις στη ζωή τους. Κυρίως, σύμφωνα με την έρευνα, ανησυχούν ότι τα μέτρα προσαρμογής μπορεί να έχουν και αρνητικές επιπτώσεις στη χώρα και εκτιμούν ότι μόνοι τους δεν θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν.
Σχετικά με την υφιστάμενη “πράσινη” συμπεριφορά διαπιστώθηκε υψηλή υιοθέτηση ‘πράσινων’ συμπεριφορών που αφορούν στην εξοικονόμηση νερού και ενέργειας και σε δράσεις ανακύκλωσης, ωστόσο χαμηλή είναι η υποστήριξη των τοπικών δράσεων για την κλιματική αλλαγή. Παράλληλα όσον αφορά την πρόθεση υιοθέτησης “πράσινης” συμπεριφοράς η έρευνα διαπιστώνει υψηλή πρόθεση για την υιοθέτηση μέτρων κτηριακών προσαρμογών, αλλά χαμηλή πρόθεση για δαπάνες ασφαλιστικής κάλυψης και για αποδοχή περιβαλλοντικών χρεώσεων .
Στο ερώτημα για εμπιστοσύνη στο ζήτημα στη βιομηχανία, την πολιτεία και την επιστήμη διαπιστώθηκε σχετικά υψηλή εμπιστοσύνη στην επιστήμη ως παράγοντα λύσης του προβλήματος, αλλά πολύ χαμηλή εμπιστοσύνη στους υπεύθυνους (πολιτεία, βιομηχανία) διαχείρισης και αντιμετώπισής του.
Επιπλέον σχετικά με την αρνητική εμπειρία από καιρικά φαινόμενα το 40% δήλωσε ότι έχει πληγεί από καιρικά φαινόμενα, 88% εκ των οποίων την τελευταία πενταετία. Οι πληγέντες, ανεξαρτήτως φαινομένου, είχαν αυξημένη ανησυχία για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και χαμηλότερη εκτίμηση ότι μπορούν να αντεπεξέλθουν στις συνέπειες της. Παράλληλα, όπως τονίστηκε κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της έρευνας, όσο μεγαλύτερο το μέγεθος των επιπτώσεων, ειδικά στην υγεία ή/και σε ριζικές αλλαγές που αναγκάστηκαν να κάνουν οι πληγέντες (επαγγελματικές, διαμονής, κλπ), τόσο αυξημένη η ‘πράσινη’ συμπεριφορά που έχει υιοθετηθεί. Ιδιαίτερη βαρύτητα επίσης δόθηκε στο βαθμό που επλήγη η ψυχική υγεία.
Αναφορικά με τον κλιματικό εγγραμματισμό ανά επαγγελματικό κλάδο, σύμφωνα με την έρευνα, αυτός είναι σχετικά υψηλός σε όλους τους επαγγελματικούς κλάδους. Οι χαμηλότερες επιδόσεις διαπιστώνονται στον αγροτικό τομέα και κατασκευαστικό/ενεργειακό τομέα, ενώ οι υψηλότερες επιδόσεις στον τουριστικό τομέα. Στον αγροτικό τομέα μάλιστα, όπως επισήμανε η κ. Παπαγιαννάκη, υπάρχει υψηλότερη δυσπιστία για την κλιματική αλλαγή, υψηλή ανησυχία για τα μέτρα προσαρμογής σε αυτήν καθώς και χαμηλότερος βαθμός εμπιστοσύνης στην επιστήμη. «Υπάρχει περιθώριο ενός καλύτερου και πιο ουσιαστικού διάλογου με τον αγροτικό τομέα», τόνισε η κ. Παπαγιαννάκη.
Υψηλότερη “πράσινη” συμπεριφορά βρέθηκε στους τοτομείς εκπαίδευσης και έρευνας/τεχνολογίας ενώ η πρόθεση υιοθέτησης “πράσινης” συμπεριφοράς είναι σχετικά χαμηλή με τις χαμηλότερες σχετικά επιδόσεις στον αγροτικό τομέα και τις σχετικά υψηλότερες επιδόσεις στον τουριστικό τομέα.
Επιπλέον, η έρευνα σημειώνει ότι οι γυναίκες είχαν υψηλότερο κλιματικό εγγραμματισμό, χαμηλότερη δυσπιστία ως προς τη σοβαρότητα της κλιματικής αλλαγής και υψηλότερο επίπεδο ‘πράσινης’ συμπεριφοράς. Ωστόσο, χαμηλότερη βρέθηκε η εμπιστοσύνη των γυναικών στις γνώσεις και δυνατότητές τους. Παράλληλα οι νεότεροι είχαν υψηλότερο κλιματικό εγγραμματισμό και χαμηλότερη δυσπιστία. Ωστόσο, έχουν υιοθετήσει λιγότερα ‘πράσινα’ μέτρα ακόμα κι αν αυτά οδηγούν σε σε εξοικονόμηση χρημάτων (μείωση ενεργειακής κατανάλωσης, χρήση ΜΜΜ αντί αυτοκινήτου, κ.α.).
Το επίπεδο εκπαίδευσης δεν βρέθηκε να επηρεάζει σημαντικά την ‘πράσινη’ συμπεριφορά. Αντιθέτως, η ευρύτητα ως προς τις πηγές ενημέρωσης (από γενικής φύσης μέσα ως επιστημονικά) φάνηκε να επιδρά σημαντικά στην ‘πράσινη’ συμπεριφορά.
Σημαντικά θετική βρέθηκε η επίδραση του κλιματικού εγγραμματισμού στη υιοθέτηση ‘πράσινης’ συμπεριφοράς, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού που εξετάστηκαν παραπάνω.
«Η πρακτική αξία των ευρημάτων έγκειται στο ότι υπάρχει δυνατότητα μέσω της ενίσχυσης του κλιματικού εγγραμματισμού να επηρεαστεί θετικά μεγάλος αριθμός πολιτών, ώστε συλλογικά να συμβάλλουν στο μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής», σημειώνουν οι ερευνητές.
Καταλήγοντας σε βασικά συμπεράσματα της έρευνας η κ. Παπαγιαννάκη υπογράμμισε ότι «ο κλιματικός εγγραμματισμός επιδρά θετικά στην πράσινη συμπεριφορά». «H ενίσχυσή του κατά τη γνώμη μας μπορεί να βοηθήσει τους πολίτες να κατανοήσουν καλύτερα τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, να υιοθετήσουν πιο μαζικά πράσινες συνήθειες και να αποδεχτούν την ανάγκη προσαρμογής. Είναι ένα γενικό συμπέρασμα. Μικρότερη επίδραση στην υιοθέτηση πράσινων μέτρων χωρίς επιβάρυνση, δηλαδή βιώσιμη στάσης ζωής, μπορεί να αποδεικνύει ότι ο εγγραμματισμός των ατόμων σχετικά με την κλιματική αλλαγή δεν έχει ακόμη επαρκώς μεταφραστεί σε ανάγκη αλλαγής ατομικής συμπεριφοράς σε συστηματικό και καθημερινό επίπεδο. Η υιοθέτηση αυτών των μέτρων δεν θεωρείται προτεραιότητα ή εφικτή λόγω περιορισμένου χρόνου. Αξιοπρόσεκτη είναι η πολύ χαμηλή εμπιστοσύνη σε πολιτεία και βιομηχανία είδαμε όμως ότι η αύξηση εμπιστοσύνης στην πολιτεία μπορεί να επιδράσει θετικά στην πράσινη προώθηση. Χρειάζεται σημαντική βελτίωση του διαχειριστικού πλαισίου και της επικοινωνίας της αξίας των μέτρων προσαρμογής από την πολιτεία», τόνισε.
Από την πλευρά του ο διευθυντής ερευνών του στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης, στο Εθνικό Αστεροσκοπείο, Δρ. Κώστας Λαγουβάρδος αναφέρθηκε στην κλιματική αλλαγή και τα έντονα καιρικά γεγονότα στην Ελλάδα. Μιλώντας για τις τάσεις της θερμοκρασίας ο κ. Λαγουβάρδος σημείωσε ότι σε διάστημα 30 ετών η αύξηση της θερμοκρασίας είναι περίπου στον 1,5 βαθμό ενώ υπάρχουν περιοχές στη βόρεια Ελλάδα που η αύξηση είναι μεγαλύτερη, ξεπερνώντας τους 2 βαθμούς. «Αυξάνεται με πολύ γρήγορο ρυθμό και ανομοιόμορφα», τόνισε. Ακόμη προσέθεσε ότι οι περιοχές που βιώνουν καύσωνα στη χώρα μας έχουν αυξηθεί ενώ επισήμανε ότι παρατηρείται επιμήκυνση της χρονικής περιόδου που σημειώνονται καύσωνες.
«Η κλιματική κρίση είναι ζήτημα επιβίωσης για όλους», σημείωσε εκ μέρους του WWF η Θεοδότα Νάντσου . «Τα αποτελέσματα της έρευνας δεν μας αφήνουν άναυδες ιδίως στο κομμάτι που αφορούν τη συμβολή του καθενός ατόμου στο επίπεδο της ατομικής συμπεριφοράς. Και σίγουρα το κομμάτι που αφορά το γιατί κάθε άτομο δεν εμπλέκεται πιο ενεργά στην κλιματική δράση. Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη. Κάθε άνθρωπος στην Ελλάδα αισθάνεται ανήμπορος. Ο κόσμος στην Ελλάδα θέλει να είναι μέρος της λύσης. Ο κόσμος πλέον το καταλαβαίνει και με το παραπάνω. Ο κλιματικός εγγραμματισμός αγγίζει και το ζήτημα της εμπιστοσύνης, όχι στους επιστήμονες στο από εκεί και πέρα», υπογράμμισε η κ. Νάντσου.
Ο Κωστής Γριμάνης από την Greenpeace τόνισε ότι ο κλιματικός εγγραμματισμός ενισχύει την δυνατότητα να ανταπεξέλθουμε στην πρόθεση υιοθέτησης πράσινης συμπεριφοράς.
«Η ομάδα μεταξύ 45 -55 είναι αυτοί που αναλαμβάνουν συγκριτικά με τις υπόλοιπες ομάδες μεγαλύτερη κλιματική δράση και κάτι άλλο που έχουμε παρατηρήσει από τις έρευνες είναι ότι η διάθεση και η πρόθεση να αναλάβουν κλιματική δράση έχει να κάνει με το θετικό πρόσημο. Το κομμάτι της κλιματικής κρίσης, είναι ένα ζήτημα/συνδυασμός αρνητικών πραγμάτων, και ο κόσμος σε αυτή την κλιματική πραγματικότητα αντιδρά με το να αμύνεται και να κλείνεται άρα ουσιαστικά αυτό που μπορούμε να κάνουμε για να τον προσελκύσουμε στην κλιματική δράση είναι να δείξουμε ποια είναι αυτά τα κλιματικά αποτελέσματα και πως αυτά μπορούν να εφαρμοστούν πρακτικά», υπογράμμισε ο κ. Γριμάνης και επισήμανε ότι χρειάζεται να εντοπιστούν τα κίνητρα των διάφορων κοινωνικών ομάδων για να αναλάβουν κλιματική δράση. «Αν δεν δούμε ποια είναι τα πραγματικά κίνητρα δεν μπορούμε ουσιαστικά να προβούμε σε εφαρμοστέες πολιτικές», είπε.
Στη σημασία τέτοιων μελετών αναφέρθηκε ο ‘Αλκης Καφετζής από το Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή. «Τέτοιες μελέτες είναι πολύ σημαντικές γιατί μας επιτρέπουν να θέσουμε ερωτήματα», είπε και τόνισε ότι υπάρχει τεράστια ανησυχία. Ακόμη επισήμανε ότι χρειάζεται να ενωθεί το κλιματικό-περιβαλλοντικό ζήτημα με το κοινωνικό. «Είναι πολύ σημαντικές αυτές οι συζητήσεις διότι ο κόσμος καταστρέφεται και ακόμη ψάχνουμε τον τρόπο να συζητήσουμε στην κοινωνία και υπάρχει το άγχος ότι σε 10 χρόνια θα συνεχίσουμε να κάνουμε αυτές τις συζητήσεις με διαφορετικό τρόπο αλλά θα συνεχίσουμε να τις κάνουμε. Πρέπει να βρούμε το μαγικό κλειδί που ακόμα δεν το χουμε βρει. Ψάχνουμε να βρούμε εναγωνίως ένα μαγικό κλειδί που θα επιτρέψει στην κοινωνία να κινηθεί το δυνατόν συλλογικά με συνοχή σε μία πάρα πολύ δύσκολη εποχή», ανέφερε.
Σημειώνεται ότι η έρευνα χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ Παράρτημα Ελλάδας. To ερωτηματολόγιο συμπλήρωσαν διαδικτυακά 1962 πολίτες μέσω της ιστοσελίδας www.meteo.gr στις 12-14 Νοεμβρίου 2023.
Ι.Κ