Ιστορίες παραποιήσεων και πλαστογραφήσεων από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας, «αφηγείται» η έκθεση «Fake (f)or Real» (Ψεύτικο για αληθινό;), που εγκαινιάστηκε σήμερα στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών, παρουσία της Υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη. Μέσα από έξι μεγάλες θεματικές ενότητες («Εξουσία και Προσευχή», «Η κατανόηση του κόσμου», «Ένωση και Διαίρεση», «Στον πόλεμο», «Παραχάραξη και Πλούτος» και «Η εποχή της μετά-αλήθειας»), περιγράφονται οι ιστορικές συνθήκες που εξηγούν την εμφάνιση των πλαστογραφήσεων, τα κίνητρα πίσω από αυτές και τον αντίκτυπο που είχαν, ενώ δείχνει πώς τελικά αποκαλύφθηκαν οι παραχαράκτες.
Πρόκειται για μία έκθεση που γίνεται σε συνεργασία με το Σπίτι της Ευρωπαϊκής Ιστορίας που εδρεύει στις Βρυξέλλες.
Με αφορμή την έκθεση αυτή, το Τελλόγλειο ανέλαβε την πρωτοβουλία να οργανώσει και να παρουσιάσει την παράλληλη, συναφή και συμπληρωματική έκθεση με τίτλο «Η κρυφή γοητεία της πλαστογραφίας», που πραγματεύεται ειδικότερα την πλαστογράφηση στην τέχνη.
«Η έκθεση επιδιώκει να αναδείξει το επιστημονικό και τεχνικό υπόβαθρο της ανίχνευσης της γνησιότητας ή πλαστότητας ενός έργου, καθώς και την εξέλιξη του φαινομένου της πλαστογραφίας στη διεθνή και την ελληνική φιλότεχνη κοινότητα, αλλά και την αγορά τέχνης. Παράλληλα φιλοδοξεί να επισημάνει το συχνά δυσδιάκριτο και πορώδες όριο που χωρίζει το αυθεντικό από το πλαστό», είπε στο χαιρετισμό της η Υπουργός Πολιτισμού, εγκαινιάζοντας την έκθεση.
«Από τους κύριους στόχους της έκθεσης είναι να εξηγήσουμε τι σημαίνει πλαστογραφία και πώς διαχωρίζεται από ένα πιστό αντίγραφο. Σίγουρα όταν είναι αναγνωρίσιμη η πρόθεση απάτης, τότε μιλάμε για πλαστό έργο», είπε από την πλευρά της η Γενική Διευθύντρια του Τελλόγλειου, Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά.
Όσον αφορά όμως στις …γκρίζες ζώνες, τις περιπτώσεις δηλαδή που δεν προσδιορίζονται οι προθέσεις του αντιγραφέα, το ποσοστό της αντιγραφής ή οι ιδιαιτερότητες του πλαστογράφου, το Τελλόγλειο Ίδρυμα προχώρησε σε μεγάλη εργαστηριακή ανάλυση των έργων των συλλογών του. «Μας οδήγησε σε απαντήσεις αλλά και σε εκπλήξεις. Εκτός από κάποια πλαστά, απίθανες ήταν ανακαλύψεις που στερέωναν στη συλλογή τη γνησιότητα έργων μεγάλων δημιουργών, πχ Μονέ και Ρενουάρ. Αφήσαμε τα ίδια τα έργα να μας αποκαλύψουν την ιστορία τους, τις πίσω όψεις, σφραγίδες, επιγραφές, το αρχικό πρότυπο, κάποτε και το κίνητρο της μίμησης ή πλαστογράφησης, πληροφορίες που φροντίσαμε να περνούν αβίαστα στον θεατή με τις λεζάντες των έργων», επισήμανε η κ. Βουτυρά.
Για το διττό, διδακτικό και κοινωνιολογικό χαρακτήρα της συγκεκριμένης έκθεσης, καθώς αυτή προσφέρει μια σημαντική μαρτυρία για τις τεχνικές και πρακτικές παραμέτρους της αντιγραφής και της πλαστογράφησης, έκανε λόγο η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. «Ταυτόχρονα συμβάλλει ιδιαίτερα στην κατανόηση των σύνθετων μηχανισμών της γέννησης και της λειτουργίας των φαινομένων αυτών εντός της κοινωνίας. Ένα αντίγραφο που παράγεται είτε με την άδεια του δημιουργού του αυθεντικού έργου ή χωρίς αυτή, έχει πολλά να μας πει για τις τάσεις στην τέχνη, για τη θέση των καλλιτεχνών σε μία δεδομένη κοινωνία, καθώς και για τις ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές μεταβολές που δεν αφήνουν ίχνη μόνο στην υψηλή τέχνη αλλά και στις απομιμήσεις της», είπε η υπουργός για να καταλήξει ότι «μερικές φορές το πλαστό, το κίβδηλο, το αντίγραφο, το ψευδώνυμο έργο, κρύβει μια συναρπαστική ιστορία που μπορεί να είναι εξίσου σημαντική και ενδιαφέρουσα με αυτή ενός πρωτότυπου αριστουργήματος».
Κακούργημα η πλαστογραφία έργων τέχνης
Στην εποχή της μετά αλήθειας, των ψεύτικων ειδήσεων και της πλαστογραφίας, αναφέρθηκε η Γενική Διευθύντρια του Τελλόγλειου Ιδρύματος, λέγοντας πως το θέμα έφεραν στο προσκήνιο της επικαιρότητας πρόσφατες μεγάλες επιτυχίες της Ελληνικής Αστυνομίας, τον περασμένο Νοέμβρη και Γενάρη, με την εξάρθρωση σπείρας πλαστογράφων διεθνούς εμβέλειας με όλα τα χαρακτηριστικά της μεγάλης οργανωμένης απάτης.
Με αφορμή αυτό η Υπουργός Πολιτισμού υπενθύμισε ότι επανήλθε από τη συγκεκριμένη κυβέρνηση ο χαρακτηρισμός των συγκεκριμένων αδικημάτων σε κακουργήματα, διότι προσβάλλουν την τέχνη διεθνώς άρα και το ύψιστο σημείο του πολιτισμού της ανθρωπότητας. Τόνισε ακόμη πως όσο η τεχνολογία προχωρά, τόσο πιο εύκολα θα εξαρθρώνονται τα κυκλώματα πλαστογραφίας. «Αντίγραφα γίνονταν από την αρχαιότητα. Ακόμη και σήμερα υπάρχουν κυκλώματα τα οποία αντιγράφουν αρχαιότητες. Υπάρχουν μέθοδοι παλαίωσης, υπάρχουν τρόποι που εξασφαλίζουν την εγγύτητα με το πρωτότυπο. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτά δεν γίνονται αντιληπτά και ότι όλα αυτά μαζί δεν συνιστούν μία ιδιαίτερα παράνομη πράξη», είπε η κ. Μενδώνη.
Πρόσθεσε ακόμα ότι «όσο η αγορά τέχνης χρησιμοποιείται για ξέπλυμα χρήματος, αυτές οι συμπεριφορές αυξάνονται και θα αυξάνονται. Επομένως χρειάζεται ιδιαίτερη εγρήγορση από τα μουσειακά ιδρύματα, για να ελέγχουν τα αποκτήματά τους. Είναι θέμα ηθικής του ιδρύματος εάν αυτά τα οποία αγοράζει είναι νόμιμα, είναι παράνομα εξαχθέντα από μια χώρα, είναι κίβδηλα ή είναι αντίγραφα», κατέληξε η κ. Μενδώνη.
Και οι δύο εκθέσεις θα παραμείνουν στον ισόγειο και τον πρώτο όροφο του Τελλόγλειου έως τις 28 Ιουνίου.
Βαρβάρα Καζαντζίδου