Γράφει ο
Ανδρέας Σ Καλογερόπουλος
Επεμβατικός Καρδιολόγος
Αναπληρωτής Διευθυντής Καρδιολογικής Κλινικής Ενηλίκων ΜΗΤΕΡΑ
Η διαγνωστική στεφανιογραφία αποτελεί μία ελάχιστα επεμβατική μέθοδο μέσω της οποίας τίθεται η διάγνωση της στεφανιαίας νόσου.
Αποτελεί το απόλυτο διαγνωστικό εργαλείο για τον καθορισμό της συνεπακόλουθης θεραπευτικής αντιμετώπισης της στεφανιαίας νόσου, είτε με τη μορφή επαναγγείωσης ή/και την έναρξη φαρμακευτικής αγωγής με τη χορήγηση αντιαιμοπεταλιακών και αντιστηθαγχικών φαρμάκων με σκοπό αφενός την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων στηθάγχης και αφετέρου την πρόληψη ενός πιθανού μελλοντικού εμφράγματος του μυοκαρδίου.
Η στεφανιαία νόσος είναι η πιο συχνή αιτία θανάτου παγκοσμίως, με περίπου 17.000.000 ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους, κάθε χρόνο από τη συγκεκριμένη νόσο.
Με τη διαγνωστική στεφανιογραφία και τα επιπλέον διαγνωστικά εργαλεία που τη συνοδεύουν όπως, η ενδοαγγειακή απεικόνιση και η ποσοτική εκτίμηση της στεφανιαίας ροής αίματος των αγγείων της καρδιάς, η διάγνωση της στεφανιαίας νόσου είναι απόλυτα ακριβής, δεν επιδέχεται αμφισβήτησης και επιτρέπει τον ακριβή καθορισμό της αντίστοιχης θεραπείας.
Η μέθοδος είναι ελάχιστη επεμβατική περιλαμβάνει συνήθως τη παρακέντηση της αρτηρίας στο χέρι (κερκιδική αρτηρία) ή στο πόδι (μηριαία αρτηρία) μετά τη χορήγηση τοπικού αναισθητικού (στη πλειονότητα των περιπτώσεων, >99%, η στεφανιογραφία διενεργείται από το χέρι).
Μέσο της χρήσης υπερηχογραφικής καθοδήγησης η παρακέντηση είναι απόλυτα ακριβής, ενώ συγχρόνως εκμηδενίζεται ο κίνδυνος επιπλοκών, όπως αιμορραγία και αιματώματα. Επιπλέον, η εξέλιξη στη τεχνολογία των υλικών που χρησιμοποιούνται έχει καταστήσει τη διαγνωστική στεφανιογραφία μία γρήγορη, ανώδυνη και απόλυτα ασφαλή μέθοδο στη διάγνωση της στεφανιαίας νόσου (ο κίνδυνος επιπλοκών είναι μικρότερος από 0.1%). Η διενέργεια της εξέτασης από το χέρι επιτρέπει την άμεση κινητοποίηση του ασθενούς αμέσως μετά το πέρας της επέμβασης, την έξοδο από το νοσοκομείο την ίδια ημέρα, ενώ ο ασθενής καθίσταται πλήρως λειτουργικός και μπορεί να επιστρέψει στην εργασία του ακόμη και την επόμενη ημέρα χωρίς ιδιαίτερους περιορισμούς ακόμα και μετά την τοποθέτηση stent.
Η διάρκεια της εξέτασης είναι περίπου 20 λεπτά κατά την οποία απεικονίζονται μέσω ακτινοσκόπησης και εκλεκτικής χορήγησης σκιαγραφικού, μέσω ειδικών καθετήρων, οι στεφανιαίες αρτηρίες που παρέχουν αίμα στην καρδιά. Με τη χρήση επιπλέον διαγνωστικών μεθόδων, όπως η ενδοαγγειακή απεικόνιση και η εκτίμηση της στεφανιαίας φυσιολογίας και της ροής αίματος η διάρκεια της εξέτασης φτάνει τα 60 λεπτά.
Διαγνωστικές τεχνικές κατά τη διάρκεια της στεφανιογραφίας
1) Τεχνικές ενδοαγγειακής απεικόνισης
Με τις τεχνικές ενδοαγγειακής απεικόνισης, όπως το ενδοαγγειακό υπερηχογράφημα (IVUS) και η οπτική συνεκτική τομογραφία (OCT) επιτρέπεται η ακριβής ποιοτική και ποσοτική ανάλυση της αθηρωματικής πλάκας που προκαλεί τη στένωση εντός του αγγείου, με τον προσδιορισμό της σύστασης της πλάκας και του συνολικού φορτίου της πλάκας και επιπλέον της ανατομικής σοβαρότητας της στένωσης με προσδιορισμό του εμβαδού του ελεύθερου αυλού του αγγείου στο σημείο της στένωσης.
2) Τεχνικές προσδιορισμού ενδοστεφανιαίας ροής αίματος
Με τις συγκεκριμένες τεχνικές δίδεται η δυνατότητα προσδιορισμού με εξαιρετικά υψηλή ακρίβεια της επίπτωσης που έχει η στένωση εντός του αγγείου στη ροή αίματος, δηλαδή την ποσοστιαία μείωση (%) στη ροή του αίματος λόγω μίας συγκεκριμένης στένωσης. Εάν η μείωση είναι άνω του 20% η στένωση χαρακτηρίζεται ως αιμοδυναμικά σημαντική, προκαλεί ισχαιμία στην καρδιά σε συνθήκες stress και πρέπει να αντιμετωπιστεί με την τοποθέτηση stent συνήθως.
Πρόκειται για την πιο αντικειμενική και ακριβή μέθοδο προσδιορισμού του βαθμού ισχαιμίας της καρδιάς με ποσοστό διαγνωστικής ακρίβειας άνω του 95%, ενώ αποτελεί τη μοναδική μέθοδο που επιτρέπει το προσδιορισμό του βαθμού ισχαιμίας που προκαλείται από κάθε στένωση ξεχωριστά.
Η πιο διαδεδομένη και χρησιμοποιούμενη μέθοδος είναι η κλασματική εφεδρεία ροής (FFR) η οποία περιλαμβάνει την είσοδο ειδικού οδηγού σύρματος πέραν του σημείου της στένωσης και την ενδοφλέβια χορήγηση ειδικού φαρμάκου για την πρόκληση φαρμακευτικού stress. Η διάρκεια της δοκιμασίας είναι 2 λεπτά περίπου κατά την οποία προκαλούνται συμπτώματα λόγω της προκληθείσας υπεραιμίας, όπως πονοκέφαλος, κάψιμο στο στήθος, δύσπνοια, αίσθημα παλμών και τα οποία αποδράμουν άμεσα μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μετά τη διακοπή του φαρμάκου.
Επιπλέον, με τη συγκεκριμένη δοκιμασία δίνεται η δυνατότητα εκτίμησης της λειτουργίας των μικρών αγγείων της καρδιάς (μικροσκοπικό μέγεθος – δεν διακρίνονται με την απλή στεφανιογραφία), και της διάγνωσης της μικροαγγειακής νόσου σε ασθενείς χωρίς σημαντικές στενώσεις στα μεγάλα αγγεία αλλά με συμπτώματα στηθάγχης.
Οι δείκτες που αξιολογούνται περιλαμβάνουν τη στεφανιαία εφεδρεία ροής (CFR) δηλαδή το πόσες φορές μπορεί να αυξήσει η καρδιά τη συνολική ροή αίματος στο μυοκάρδιο και το δείκτη μικροκυκλοφοριακών αντιστάσεων (IMR).
Επιπλέον, υπάρχει η δυνατότητα εκτίμησης της στεφανιαίας ροής αίματος με τη χρήση τεχνικών που δεν περιλαμβάνουν τη χορήγηση φαρμάκου σε κατάσταση ηρεμίας χωρίς την πρόκληση υπεραιμίας και άρα των συνοδών συμπτωμάτων (πονοκέφαλος, κάψιμο στο στήθος, δύσπνοια, αίσθημα παλμών).