Η ισότητα μπορεί να είναι δικαίωμα, αλλά καμία δύναμη στη γη δεν θα την κάνει γεγονός. - Ονόρε ντε Μπαλζάκ, 1799-1850 , Γάλλος συγγραφέας

Δ. Κουτσούμπας: – «50 χρόνια από την επαναφορά της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας»: Διδασκόμαστε, συνεχίζουμε, θα νικήσουμε

Ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, σε αποψινή του ομιλία στο Πάρκο Ελευθερίας (χώρος πρώην ΕΑΤ – ΕΣΑ) στην εκδήλωση της Κομματικής Οργάνωσης Αττικής του ΚΚΕ με θέμα «50 χρόνια από την επαναφορά της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» είπε ότι «50 χρόνια πριν, στις 23 Ιουλίου 1974, κι ενώ ο τουρκικός στρατός είχε εισβάλει στην Κύπρο, ο διορισμένος από τη χούντα «Πρόεδρος» και οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων, συμφωνούσαν ότι δεν υπήρχε άλλη λύση από την παράδοση της διακυβέρνησης στις αστικές πολιτικές δυνάμεις».

Επισήμανε ότι «κάτω από τον φόβο μιας πιο ενεργής και αποφασιστικής παρέμβασης του λαϊκού παράγοντα στις εξελίξεις, επιλέχθηκε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ως η καλύτερη επιλογή για την “επανεκκίνηση” του αστικού πολιτικού συστήματος και έτσι συγκρότησε την κυβέρνηση της λεγόμενης “εθνικής ενότητας” στις 24 Ιουλίου 1974».

Η αλλαγή στη διακυβέρνηση, αυτό που έχουμε συνηθίσει να λέμε “Μεταπολίτευση”, υπήρξε προϊόν συμβιβασμού ανάμεσα στην ηγεσία της Χούντας από τη μια και τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, τους αστούς πολιτικούς ηγέτες από την άλλη, προκειμένου να συνεχίσουν να εξυπηρετούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα γενικότερα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης και χωρίς να διαταραχθούν οι διεθνείς συμμαχίες της».

Απέτισε φόρο τιμής στους αγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα και πρόσθεσε «είμαστε περήφανοι που το ΚΚΕ ήταν το κόμμα που έδωσε στον αντιδικτατορικό αγώνα τις περισσότερες θυσίες».

«Το σύνθημα “ούτε σε ξερονήσια, ούτε σε φυλακές, ποτέ τους δεν λυγίσανε οι κομμουνιστές”», πρόσθεσε, «δηλώνει ότι θα μείνουμε αλύγιστοι και σήμερα, ότι το Κόμμα μας δεν θα συνθηκολογήσει, δεν θα προσκυνήσει ποτέ τη σάπια εξουσία και τις ιδέες τους, τους συμμάχους τους, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, δεν θα γίνει μια απλή συνιστώσα αυτού του διεφθαρμένου αστικού πολιτικού συστήματος, όπως πολλοί θα ήθελαν».

Επισημαίνοντας και εξηγώντας ότι «η δικτατορία της 21ης Απρίλη αποτέλεσε γέννημα και μορφή της ίδια της μεταπολεμικής αστικής εξουσίας στην Ελλάδα» πρόσθεσε ότι «η ομάδα των πραξικοπηματιών είχε εκκολαφτεί στο πλαίσιο των μηχανισμών του μεταπολεμικού κράτους και του αστικού στρατού, αλλά και του ΝΑΤΟ» και σημείωσε, μεταξύ άλλων:

«Όσοι, όμως, επιμένουν, 57 χρόνια μετά, να εμφανίζουν τους πραξικοπηματίες αποκλειστικά και μόνο ως πιόνια ξένων δυνάμεων, το μόνο που επιδιώκουν είναι να παραπλανούν και να απενοχοποιούν επί της ουσίας, τόσο τους ίδιους τους εγκληματίες, βασανιστές και δολοφόνους του ελληνικού λαού, όσο και τα εγχώρια μεγάλα οικονομικά συμφέροντα που τους στήριξαν και στηρίχθηκαν από αυτούς».

Ο Δ. Κουτσούμπας αναφέρθηκε στις διαφορετικές αντιλήψεις για τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να τελειώσει η δικτατορία, σημειώνοντας «οι αστικές πολιτικές δυνάμεις έβλεπαν την απομάκρυνση της δικτατορίας ως αποτέλεσμα μιας συμφωνίας κορυφών, σε συνεννόηση και με βοήθεια και πρωτοβουλίες και των διεθνών συμμάχων και γι’ αυτό ελάχιστα ή καθόλου συμμετείχαν στην αντιδικτατορική δράση.

Αντίθετα, περισσότερο ανησυχούσαν για τη δράση των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων και σε ορισμένες περιπτώσεις την καταδίκαζαν, όπως έκαναν και με τα αγωνιστικά συνθήματα του ξεσηκωμού του Πολυτεχνείου».

«Το ΚΚΕ ήταν το μοναδικό κόμμα που δεν συμμετείχε και καταδίκασε ανοιχτά τα σχέδια “φιλελευθεροποίησης” της δικτατορίας, στήριζε την επιδίωξη ανατροπής της, στον οργανωμένο αγώνα του εργατικού – λαϊκού παράγοντα, με όλες τις μορφές πάλης» υπογράμμισε.

Εξήγησε τους λόγους για τους οποίους η δικτατορία βρήκε το ΚΚΕ «ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά ανέτοιμο κυρίως λόγω της μεγάλης εσωκομματικής κρίσης που το διέτρεχε από το 1958 έως τη διάσπασή του το 1968», τονίζοντας ότι «με τις αποφάσεις της 12ης Ολομέλειας, τον Φλεβάρη του 1968, εξασφαλίστηκε η οργανωτική συνέχεια του ΚΚΕ και ξεκίνησε η προσπάθεια εκ νέου συγκρότησης κομματικών οργανώσεων. Ιδρύθηκε η ΚΝΕ και επανακυκλοφόρησε ο παράνομος κομματικός τύπος. Αυτές οι αποφάσεις έδωσαν πνοή και ώθηση στην αντιδικτατορική δράση».

Τόνισε ότι «μετά από την κατάρρευση της δικτατορίας, το ΚΚΕ πήρε άμεσα μέτρα για τη ντε φάκτο νομιμοποίησή του, χωρίς να περιμένει κανέναν να το “νομιμοποιήσει” όπως λέγεται συχνά.

Πριν από την επίσημη νομιμοποίηση του Κόμματος, τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου και ο Γραμματέας του Κόμματος, Χαρίλαος Φλωράκης, επέστρεψαν στην Ελλάδα.

Το ΚΚΕ άνοιξε γραφεία στην Αθήνα και εξέδωσε εφημερίδα, ξεκινώντας μια νέα περίοδο στην ηρωική του ιστορία, μετά από 27 χρόνια παρανομίας και διωγμών».

Αναφέρθηκε σε ορισμένα διαφορετικά στοιχεία του αστικού πολιτικού συστήματος μετά το 1974 σε σχέση με πριν το 1967, τονίζοντας ότι «σε καμία περίπτωση δεν αναιρούν το βασικό συμπέρασμα, που απέδειξε και η ιστορία της “Μεταπολίτευσης”: Ότι ο αστικός κοινοβουλευτισμός, σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί, τον ταξικό εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του κράτους και συνολικά αυτής της κοινωνίας».

Σημείωσε ότι «σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, πετάγεται από τις κυβερνήσεις στο “καλάθι των αχρήστων” ακόμη και το ίδιο το αστικό Σύνταγμα, όταν προβλέψεις του βρίσκονται σε αντίθεση με διάφορες στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου».

Είπε ότι το ΚΚΕ «τις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80, αντιμετώπισε το ΠΑΣΟΚ κάτω από την επίδραση της λαθεμένης στρατηγικής του και της αποδοχής μιας ενδιάμεσης εξουσίας – ανάμεσα στην καπιταλιστική και την εργατική – ουσιαστικά ως κυβέρνησης “αντιμονοπωλιακών”, “προοδευτικών”, “αριστερών” κλπ δυνάμεων στο έδαφος του καπιταλισμού.

Υιοθέτησε τον τεχνητό διαχωρισμό των αστικών κομμάτων από τη μια “πρόοδος – δημοκρατία”, από την άλλη “συντήρηση – δεξιά”.

Η κριτική προς το ΠΑΣΟΚ, κυρίως περιοριζόταν στην απόσταση των λόγων από τα έργα, ή στην αρνητική του στάση να δεχτεί συνεργασία με το ΚΚΕ.

Έτσι, όμως, έμενε στο απυρόβλητο ο ίδιος ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας κι αυτό ενώ το ΠΑΣΟΚ είχε ήδη αναδειχθεί σε δύναμη αντιλαϊκής διαχείρισης».

«Η παραπάνω οπτική συμπληρώθηκε με τη θέση του Κόμματος για τη δημιουργία του “Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου”, στο όνομα της “ενότητας της αριστεράς”.

Η αντίληψη που υπήρξε στο Κόμμα μας, ότι δεν ήταν θέμα αρχής η μη συμμετοχή του σε αστική κυβέρνηση, αν επρόκειτο να συμβάλει στην αντιμετώπιση μιας έκτακτης κατάστασης, οδήγησε επίσης στις λαθεμένες επιλογές της τρίμηνης συγκυβέρνησης του Συνασπισμού – και όχι μόνο του ΚΚΕ όπως λένε διάφοροι – με την ΝΔ το 1989, στο όνομα της μη παραγραφής των σκανδάλων τότε και μετά της οικουμενικής κυβέρνησης με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ» πρόσθεσε.

«Ορισμένοι εγκαλούν το ΚΚΕ επειδή δεν έχει την ίδια στάση και σήμερα, επειδή το ΚΚΕ βγάζει συμπεράσματα από την ηρωική ιστορία του και ξέρει πια να αποφεύγει τις παγίδες.

Άλλωστε, η μακρόχρονη ιστορία του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος δεν επιβεβαίωσε πουθενά ότι η παραπάνω στρατηγική μπορεί να ανοίξει το δρόμο προς τον σοσιαλισμό ή έστω να συμβάλει στον απεγκλωβισμό και τη χειραφέτηση εργατικών-λαϊκών δυνάμεων που ακολουθούν τη σοσιαλδημοκρατία» υπογράμμισε ο Δ. Κουτσούμπας.

«Οι αντεπαναστατικές ανατροπές της περιόδου 1989-1991 αποτέλεσαν ένα κοσμοϊστορικής σημασίας, αλλά κατά την άποψή μας, ιστορικά προσωρινό πισωγύρισμα.

Έθεσαν, από τα πράγματα, στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα νέα, πιο σύνθετα και μεγάλα καθήκοντα» είπε, τονίζοντας οτι το ΚΚΕ προχώρησε τόσο σε ιστορική αποτίμηση τόσο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στον 20ο αιώνα, όσο και της πορείας του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος «μακριά από τον μηδενισμό, αλλά και μακριά από την ωραιοποίηση», όσο και στην χάραξη επαναστατικής στρατηγικής και Προγράμματος.

«Τα θετικά αποτελέσματα που βλέπουμε σήμερα να πληθαίνουν και να σταθεροποιούνται είναι οι καρποί μιας κοπιαστικής προσπάθειας δεκαετιών. Και μόνο δεδομένα δεν ήταν» σημείωσε.

Αναφέρθηκε στην περίοδο με την «ομαλή εναλλαγή αυτοδύναμων αστικών κυβερνήσεων μεταξύ της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ» έως και την δεκαετή καπιταλιστική οικονομική κρίση και τις εναλλασσόμενες κυβερνήσεις «με τη συμμετοχή της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και άλλων μικρότερων σχηματισμών που εμφανίστηκαν ως διάττοντες αστέρες στην πολιτική σκηνή συμπληρωματικά».

Είπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «αναβάπτισε τις αυταπάτες της “αριστερής” διακυβέρνησης, γενικότερα δηλαδή μιας φιλολαϊκής διαχείρισης του καπιταλισμού» και σημείωσε:

«Η κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ (2015 – 2019) οδήγησε σε νέες απώλειες λαϊκών δικαιωμάτων και συρρίκνωση του εισοδήματος προκειμένου να ξεπεράσει το κεφάλαιο την κρίση του, εξέλιξη λογική και αναμενόμενη, για την οποία το ΚΚΕ είχε προειδοποιήσει και σχετικά έγκαιρα προετοιμάσει τον ελληνικό λαό».

«Από το 2019 μέχρι σήμερα, οι κυβερνήσεις της ΝΔ με πρωθυπουργό τον Κυρ. Μητσοτάκη διαχειρίζονται τη φάση της οικονομικής ανάκαμψης. Όμως, όσο κι αν η ΝΔ προπαγανδίζει ότι η χώρα επανήλθε στην κανονικότητα, αυτή η κανονικότητα συνοδεύεται από συνεχή υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των εργατικών-λαϊκών δυνάμεων. Το κυριότερο: Συνοδεύεται από τη συνολικότερη διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στις δυνατότητες που προσφέρει σήμερα η παραγωγή για την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών του λαού και της νεολαίας και στον βαθμό που αυτές όντως καλύπτονται» είπε ο Δ. Κουτσούμπας.

«Ταυτόχρονα, η χώρα μας εμπλέκεται σε δύο ιμπεριαλιστικούς πολέμους, στην Ουκρανία και στην Μέση Ανατολή, ενώ υπάρχει πάντα ο κίνδυνος γενίκευσης της πολεμικής σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο ιμπεριαλιστικές συμμαχίες» είπε, προσθέτοντας «ταυτόχρονα βλέπουμε να ανακυκλώνονται επικίνδυνες θέσεις, που διαιωνίζουν τις συνέπειες της εισβολής και κατοχής στην Κύπρο και προωθούν τη διχοτόμηση, με την προσέγγιση των δύο συνιστώντων κρατών».

«Όλη αυτή η βαρβαρότητα της καπιταλιστικής “κανονικότητας” είναι που τροφοδοτεί την εργατική-λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στις κυβερνήσεις, γεγονός που καταγράφηκε στις πρόσφατες ευρωεκλογές» είπε ο Δ. Κουτσούμπας, σημειώνοντας ότι «τα αστικά επιτελεία στη χώρα μας αγωνίζονται για την απρόσκοπτη αστική κυβερνητική εναλλαγή, για την αναβάπτιση του πόλου της σοσιαλδημοκρατίας, ενώ ανησυχούν για τη νέα τάση συσπείρωσης δυνάμεων με το ΚΚΕ.

Επιδιώκουν και εντείνουν τις προσπάθειες για την ανασύσταση του δεύτερου εναλλακτικού πόλου αστικής διακυβέρνησης».

Αναφερόμενος στην άνοδο ακροδεξιών, εθνικιστικών, κρυπτοφασιστικών κομμάτων, είπε, μεταξύ άλλων, ότι «η καπιταλιστική εξουσία επιστρατεύει όλα τα μέσα, μέχρι και την επάρατη “ακροδεξιά”, άλλοτε ως συμπληρωματική εναλλακτική διακυβέρνησης, άλλοτε ως “μπαμπούλα”, για να ανανεώνει τη συναίνεση εργατικών-λαϊκών δυνάμεων στο υπόλοιπο αστικό πολιτικό σύστημα και το προσωπικό του. Άλλοτε φυσικά χρησιμοποιεί και τις δύο μορφές».

Ο Δ. Κουτσούμπας τόνισε ότι «το ΚΚΕ επιμένει να βλέπει τη διέξοδο μέσα από την αποφασιστική παρέμβαση των λαών στις εξελίξεις, την ανασύνταξη του κινήματός τους και την αμφισβήτηση της αστικής εξουσίας, όποια μορφή κι αν αυτή παίρνει» και υπογράμμισε ότι «αυτά που πρέπει να γίνουν τα επόμενα χρόνια είναι όλα όσα δεν έγιναν τα προηγούμενα 50 χρόνια. Κυρίως οι εργατικές-λαϊκές δυνάμεις να απεγκλωβιστούν από τις αυταπάτες για την εύρεση “σωτήρων” και “σωτηρίας” εντός των τειχών της καπιταλιστικής εξουσίας, όπως και από την αναζήτηση κάποιου, όπως αποδεικνύεται, ανύπαρκτου “μικρότερου κακού”, μεταξύ των πολιτικών εκπροσώπων των εκμεταλλευτών τους».

«Αποδεικνύεται ότι μοναδική απάντηση στη σύγχρονη καπιταλιστική βαρβαρότητα είναι η διαμόρφωση μιας μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφικής συμμαχίας, που θα προσανατολίζεται από τις σύγχρονες ανάγκες της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και θα στοχεύει ενάντια στη ρίζα των προβλημάτων, στο πραγματικό εχθρό τους, το σύστημα αυτό της σύγχρονης βαρβαρότητας.

Σε αυτή την κατεύθυνση το ΚΚΕ δίνει σήμερα όλες τους τις δυνάμεις για να δυναμώνει η γνήσια εργατική-λαϊκή αντιπολίτευση, μετέχοντας και στηρίζοντας κάθε μετερίζι των αγώνων για την αντιμετώπιση των επειγουσών αναγκών του λαού» υπογράμμισε.

«Αν κάτι επιβεβαιώθηκε όλα αυτά τα 50 χρόνια είναι ότι καμία κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού δεν μπορεί να καταργήσει, ούτε καν να αμβλύνει τους νόμους, τις τάσεις, τις αντιθέσεις του συστήματος, να “μεταρρυθμίσει” το κράτος και την οικονομία του κεφαλαίου σε φιλολαϊκή κατεύθυνση.

Τα εργατικά – λαϊκά δικαιώματα, οι δημοκρατικές κατακτήσεις, η υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, η προστασία του περιβάλλοντος, δεν μπορούν να “προστατευθούν” από τη μια ή την άλλη αστική κυβέρνηση ή τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, όπως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ.

Από παντού “φωνάζει” σήμερα η αναγκαιότητα και επικαιρότητα του σοσιαλισμού» τόνισε ο Δ. Κουτσούμπας και κατέληξε στην ομιλία του:

«Το ΚΚΕ παλεύει για να δυναμώσει ένα ανερχόμενο ρεύμα λαϊκής αμφισβήτησης, όχι μόνο κατά της κυβέρνησης και της ΕΕ, αλλά κατά της ίδιας της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.

Αυτή πιστεύουμε ότι είναι η καλύτερη τιμή σε όσους και όσες, εξορίστηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, διώχθηκαν, έχασαν την ίδια τη ζωή τους, στα μαύρα χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας.

Διδασκόμαστε, συνεχίζουμε, θα νικήσουμε!

Τους απαντάμε με μια φωνή, με μια γροθιά:

Μην καρτεράτε να λυγίσουμε ούτε για μια στιγμή,

Ούτ’ όσο στην κακοκαιριά λυγάει το κυπαρίσσι,

Έχουμε τη ζωή πολύ, πάρα πολύ αγαπήσει.».

Δ. Κουτσούμπας: «Κάτω τα χέρια από τη Γυάρο!»

Ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, στην αποψινή του ομιλία στο Πάρκο Ελευθερίας (χώρος πρώην ΕΑΤ – ΕΣΑ) στην εκδήλωση της Κομματικής Οργάνωσης Αττικής του ΚΚΕ με θέμα «50 χρόνια από την επαναφορά της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας» υπογράμμισε ότι «και από την σημερινή μας εκδήλωση θέλουμε ιδιαίτερα να επισημάνουμε ότι οι εξόριστοι της χούντας στην Γυάρο και οι απόγονοι όλων όσοι μαρτύρησαν σε αυτό το κολαστήριο, δεν πρόκειται να επιτρέψουν να καταπατηθεί και αλλοιωθεί ο ιστορικός του χαρακτήρας από οποιονδήποτε σχεδιάζει κερδοσκοπικές επιχειρήσεις.

Το ΚΚΕ, μαζί με τους αγωνιστές που πέρασαν από την Γυάρο, θα κάνει ό,τι μπορεί για να γίνει η Γυάρος τόπος ιστορικού προσκυνήματος, με πλήρη σεβασμό στην ιστορική του αξία και σημασία.

Κάτω τα χέρια από την Γυάρο!».

ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ