Η κυβέρνηση δεν πρέπει να αμφιταλαντεύεται. Από τη στιγμή που επιλέγει την πορεία της δεν πρέπει να κοιτάει ούτε αριστερά ούτε δεξιά, αλλά ίσια μπροστά. Όττο Φον Μπίσμαρκ, 1815-1898, Γερμανός καγκελάριος

Αρτηριακή υπέρταση: Από τι προκαλείται και πώς θεραπεύεται;

21 Δεκεμβρίου, 2023

Υπέρταση ονομάζεται η υψηλή αρτηριακή πίεση, η οποία είναι η πίεση που ασκεί το αίμα στο τοίχωμα των αρτηριών καθώς ρέει μέσα σε αυτές. Εξαρτάται από τη ροή του αίματος, δηλαδή πόσο αίμα στέλνει η καρδιά σε κάθε συστολή, αλλά και από την αντίσταση που προβάλουν τα αγγεία στην ροή αυτή. Εάν αυτή η πίεση είναι υψηλή, τότε η καρδιά πρέπει να εργαστεί δυνατότερα για να διατηρήσει επαρκή ροή αίματος στο σώμα. Σημαντικό είναι να σημειωθεί, ότι δεν αφορά τις περιπτώσεις που παρουσιάζεται δικαιολογημένα αυξημένη αρτηριακή πίεση, όπως κατά τη διάρκεια έντονης σωματικής άσκησης ή υπό συνθήκες άγχους, αλλά όταν εμφανίζεται συστηματικά και χωρίς δικαιολογία.
Η μη αντιμετώπιση της υπέρτασης μετατρέπει σταδιακά τις αρτηρίες από ελαστικές και εσωτερικές σε σκληρές και ανελαστικές, ευάλωτες σε τραυματισμούς και αθηροσκλήρυνση, αυξάνοντας σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής νόσου, εγκεφαλικών επεισοδίων, νεφρικής δυσλειτουργίας, προβλημάτων στα μάτια και νευρολογικών διαταραχών.
Για όσα θέλουμε να μάθουμε και για όσα πρέπει να γνωρίζουμε σχετικά με την αρτηριακή πίεση απαντάει ο κ. Αθανάσιος Μανώλης Διευθυντής Β’ Καρδιολογικής Κλινικής και Κέντρου Υπέρτασης Metropolitan Hospital, Καθηγητής στο τμήμα Υπέρτασης του Πανεπιστημίου Βοστώνης και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης.

Τι σημαίνει συστολική και διαστολική πίεση;

Η καρδιά «χτυπά» περισσότερο από 100.000 φορές την ημέρα και κάθε φορά που «χτυπά», διώχνει μια ποσότητα αίματος στις αρτηρίες μας, ασκώντας τους πίεση. Μεταξύ δύο χτύπων η καρδιά ξεκουράζεται και γεμίζει με αίμα. Έτσι η αρτηριακή πίεση εκφράζεται με δύο αριθμούς:

Ο πρώτος αριθμός είναι η πίεση που ασκεί το αίμα στο τοίχωμα των αρτηριών καθώς φεύγει από την καρδιά. Αυτός ονομάζεται συστολική πίεση ή μεγάλη.

Ο δεύτερος αριθμός είναι η πίεση που ασκεί το αίμα στα τοιχώματα των αρτηριών όταν η καρδιά πια ξεκουράζεται. Αυτός ονομάζεται διαστολική πίεση ή μικρή.

Από τι προκαλείται η υψηλή αρτηριακή πίεση;

Συνήθως, η αρτηριακή πίεση αυξάνεται με την πάροδο των χρόνων χωρίς εμφανές αίτιο, με την πλειονότητα των υπερτασικών (95%) να εμφανίζουν τη λεγόμενη «ιδιοπαθή» υπέρταση που σχετίζεται με παράγοντες όπως: η προχωρημένη ηλικία, η ακατάλληλη διατροφή, η παχυσαρκία, η μακροχρόνια πρόσληψη αυξημένης ποσότητας αλατιού, η καθιστική ζωή, η έλλειψη άσκησης ή η συνεχής υιοθέτηση ανθυγιεινών συνηθειών, όπως το κάπνισμα. Αυτή η υψηλή αρτηριακή πίεση ονομάζεται ιδιοπαθής υπέρταση. Συνήθως εμφανίζεται μετά την ηλικία των 30 ετών, αλλά μπορεί να εμφανιστεί ακόμα και σε παιδιά. Σε άτομα με υπερτασικούς και τους δύο γονείς, η πιθανότητα εμφάνισης υπέρτασης ξεπερνά το 70%. Σε άτομα με έναν γονιό υπερτασικό η πιθανότητα είναι περίπου 30% και σε όσους δεν έχουν υπερτασικούς γονείς φτάνει περίπου στο 15%.

Σε λίγες περιπτώσεις, σε ποσοστό περίπου 5%, μπορεί να υποδηλώνει κάποιο άλλο ενδεχόμενο αίτιο ή να οφείλεται σε συγκεκριμένο νόσημα, (όπως στένωση νεφρικών αρτηριών, χρόνια νεφροπάθεια, άπνοια ή ύπαρξη νόσου επινεφριδίων) ονομάζεται δευτεροπαθής υπέρταση, και απαιτεί αντίστοιχες εξετάσεις. Άλλα σπάνια αίτια είναι ο πρωτοπαθής αλδοστερονισμός, το φαιοχρωμοκύττωμα, το σύνδρομο Cushing και η στένωση του ισθμού της αορτής. Ωστόσο, αυτές οι περιπτώσεις είναι σπάνιες σε σύγκριση με τα περιστατικά ιδιοπαθούς υπέρτασης.

Η υπέρταση είναι κληρονομική;

Φαίνεται ότι υπάρχει μια βαθιά σχέση μεταξύ της υπέρτασης, καθώς και άλλων παθήσεων όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και η υψηλή χοληστερίνη και της κληρονομικότητας. Αν οι γονείς παρουσιάζουν υψηλή αρτηριακή πίεση από σχετικά νεαρή ηλικία, τα παιδιά φαίνεται να έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης υπέρτασης, δηλαδή, προδιάθεση προς αυτήν. Παρόλα αυτά, υπάρχουν πολλοί εξωτερικοί παράγοντες που μπορεί να επιδεινώσουν αυτήν την πιθανότητα, ενώ η ορθή διαχείρισή τους μπορεί να αποτρέψει ή να ελαττώσει την αυξημένη αρτηριακή πίεση. Αυτοί οι παράγοντες περιλαμβάνουν:

Υψηλή κατανάλωση αλκοόλ

Κάπνισμα

Αυξημένο σωματικό βάρος και παχυσαρκία

Έλλειψη άσκησης και σταθερή ζωή

Υπερβολική κατανάλωση αλατιού

Τι συμπτώματα προκαλεί η υψηλή αρτηριακή πίεση;

Παρά τη διαδεδομένη πεποίθηση για το αντίθετο, η υψηλή αρτηριακή πίεση σπανίως εκδηλώνεται με συμπτώματα. Γι’ αυτόν τον λόγο, είναι ζωτικής σημασίας να ελέγχουμε την πίεσή μας περιοδικά, παραδείγματος χάριν, κάθε 6 μήνες ή ανά έτος, ακόμα κι αν δεν αντιμετωπίζουμε κάποια συμπτώματα. Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης αποτελεί κρίσιμο στοιχείο της καρδιολογικής εξέτασης και δεν είναι σπάνιο να ανακαλύπτεται αυξημένη πίεση κατά τη διάρκεια ενός προληπτικού ελέγχου ακόμα και όταν ο ασθενής δεν αντιλαμβάνεται κάποιο πρόβλημα και δεν έχει προηγουμένως μετρηθεί. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις σοβαρής υπερτασικής κρίσης (με τιμές άνω των 200 mmHg), ενδέχεται να προκαλείται πονοκέφαλος, διαταραχές όρασης, αίσθηση έμετου ή πόνος στο στήθος. Σε ασθενείς με προϋπάρχουσα σοβαρή καρδιοπάθεια, μπορεί να προκληθεί, πνευμονικό οίδημα ή καρδιακό επεισόδιο.

Εντούτοις, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η εφικτότητα και η ρεαλιστικότητα αυτών των αλλαγών, προκειμένου να διατηρηθούν μακροπρόθεσμα. Εάν η πίεση παραμένει υψηλή, η χρήση αντιυπερτασικών φαρμάκων συνιστάται. Ο γιατρός θα προσαρμόσει τη θεραπεία, λαμβάνοντας υπόψιν το ιστορικό και τα ευρήματα εξετάσεων για την επίτευξη κανονικών επιπέδων αρτηριακής πίεσης.

Πώς μετράμε σωστά την αρτηριακή πίεση;

Για να μετρήσετε σωστά την αρτηριακή πίεση, ακολουθείστε τα παρακάτω βήματα.

Αποφύγετε την κατανάλωση καφέ, ροφημάτων/αναψυκτικών με καφεΐνη και το κάπνισμα για 30 λεπτά πριν από τη μέτρηση.

Καθίστε άνετα, με τα πόδια να είναι σταθερά στο έδαφος και χαλαρώστε για 5 λεπτά.

Προτιμήστε πιστοποιημένο πιεσόμετρο, με περιχειρίδα βραχίονα παρά καρπού

Χαλαρώστε το βραχίονα από σφικτά ρούχα.

Στηρίξτε το χέρι σας σε σταθερό σημείο και πραγματοποιήστε τις μετρήσεις πάντα στο ίδιο χέρι – συνήθως εκείνο στο οποίο παρατηρείτε υψηλότερη πίεση. Την πρώτη φορά η μέτρηση πρέπει να γίνει και στα δύο χέρια.

Επιλέξτε το σωστό μέγεθος περιχειρίδας ανάλογα με την περίμετρο του βραχίονα για να αποφευχθούν λάθη μέτρησης. Συμβουλευτείτε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό σας.

Αγνοήστε την πρώτη μέτρηση και στη συνέχεια επαναλάβετε άλλες δύο φορές με διαφορά 1-2 λεπτά. Υπολογίστε το μέσο όρο και καταγράψτε την τιμή.

Αν μετρήσετε την αρτηριακή πίεση στο σπίτι θα πρέπει να μετρηθεί η πίεση δύο φορές και λαμβάνουμε τον μέσο όρο των δύο μετρήσεων.

Σημειώστε την ώρα τελευταίας λήψης αντιυπερτασικού φαρμάκου.

Πριν επισκεφθείτε τον γιατρό σας για τη ρύθμιση της αντιυπερτασικής αγωγής, είναι σημαντικό να καταγράψετε τις μετρήσεις σας δύο φορές την ημέρα για τουλάχιστον τρεις ημέρες:

Το πρωί, αφού σηκωθείτε, πριν από τη λήψη της αντιυπερτασικής αγωγής και πριν το πρωινό γεύμα.

Το βράδυ, πριν από το βραδινό γεύμα.

Εκτός από την παραδοσιακή καταγραφή σε ένα πίνακα ή ημερολόγιο, υπάρχουν και ψηφιακές εφαρμογές για κινητά που μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για την καταγραφή και αποστολή των αποτελεσμάτων στο γιατρό σας πριν από την επίσκεψή σας.

Οι μονάδες μέτρησης της πίεσης είναι τα χιλιοστά της στήλης υδραργύρου (mmHg).

Ποια είναι τα επιθυμητά όρια αρτηριακής πίεσης;

Η επιθυμητή αρτηριακή πίεση σε υγιείς ενήλικες πρέπει να είναι κάτω από 140 mmHg για τη συστολική και κάτω από 90 mmHg για τη διαστολική. Οποιαδήποτε τιμή αρτηριακής πίεσης που υπερβαίνει τα 140 mmHg για τη συστολική και τα 90 mmHg για τη διαστολική θεωρείται υπέρταση. Σε άτομα που λαμβάνουν αντιυπερτασική θεραπεία η πίεση δεν θα πρέπει να μειωθεί σε τιμές μικρότερες των 120 mm Hg, ενώ σε άτομα άνω των 80 ετών η πίεση σε επίπεδα 140-150 mmHg είναι αποδεκτά. Ειδικότερα, άτομα με τιμές αρτηριακής πίεσης μεταξύ 120-139 για τη συστολική ή/και 85-89 για τη διαστολική θεωρούνται να έχουν οριακή υπέρταση (προ-υπέρταση) και χρειάζονται τακτική παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσής τους, καθώς και άμεση προσαρμογή του τρόπου ζωής τους. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αρτηριακή πίεση δεν παραμένει σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, επομένως η διάγνωση της πρέπει να βασίζεται σε πολλαπλές μετρήσεις.

Πώς αντιμετωπίζεται η υψηλή αρτηριακή πίεση;

Η πρώτη κίνηση μετά τον εντοπισμό υψηλής αρτηριακής πίεσης είναι να αλλάξουμε την καθημερινή μας ζωή με σκοπό τη μείωσή της, λαμβάνοντας μετρά όπως:

Απώλεια περιττού βάρους: Υπάρχει σύνδεση μεταξύ του βάρους και της αρτηριακής πίεσης, με την παχυσαρκία να μπορεί να προκαλεί υπνική άπνοια, αυξάνοντας την πίεση. Η απώλεια κάθε κιλού μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση κατά περίπου 1mmHg.

Σωματική άσκηση: Η αερόβια άσκηση για 30 λεπτά, πέντε φορές την εβδομάδα, μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση κατά περίπου 8 mmHg, πέραν των άλλων οφελών στην υγεία.

Υγιεινή διατροφή και περιορισμός του αλατιού: Μια διατροφή πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, προϊόντα ολικής άλεσης και φτωχή σε κορεσμένα λιπαρά μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση κατά περίπου 11 mmHg.

Διακοπή του καπνίσματος: Το κάπνισμα άμεσα και μακροπρόθεσμα αυξάνει την αρτηριακή πίεση, επιδεινώνοντας τη φθορά των αρτηριών.

Περιορισμός κατανάλωσης αλκοόλ: Η κατανάλωση πάνω από 1-2 ποτήρια κρασί ημερησίως μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της αρτηριακής πίεσης.

Αντιμετώπιση του στρες: Το άγχος και η κατάθλιψη σχετίζονται με αυξημένη αρτηριακή πίεση, οπότε η διαχείριση του στρες είναι σημαντική.

Πρέπει να σταματήσω τη φαρμακευτική αγωγή για την υπέρταση όταν ρυθμιστεί η πίεσή μου;

Αντίθετα με τα φάρμακα όπως οι αντιβιώσεις ή τα αντιφλεγμονώδη, δεν διακόπτουμε την αντιυπερτασική αγωγή μόλις επιτευχθεί η ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης. Πρέπει να συνεχίσουμε τη λήψη της αγωγής σύμφωνα με το συγκεκριμένο πρόγραμμα και τη δοσολογία, προκειμένου να διατηρούμε την πίεση στα φυσιολογικά επίπεδα. Ωστόσο, υπάρχει η πιθανότητα να μειώσουμε τη δοσολογία εάν επιτύχουμε σημαντικές αλλαγές στη διατροφή, το σωματικό βάρος ή το κάπνισμα, πάντοτε ακολουθώντας τις οδηγίες του γιατρού μας.

Πρέπει να παίρνω το αντιυπερτασικό φάρμακο μόνο όταν έχω υψηλή πίεση;

Συνιστάται η καθημερινή λήψη του αντιυπερτασικού φαρμάκου, ανεξαρτήτως του εάν η αρτηριακή πίεση είναι υψηλή η όχι, προκειμένου να διατηρείται συνεχώς σε ρυθμισμένα επίπεδα. Εξαίρεση μπορεί να γίνει μόνο εάν ο γιατρός έχει συγκεκριμένο λόγο να προτείνει το αντίθετο.

Τι είναι η αρτηριακή υπέρταση της κύησης;

Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η υπέρταση μπορεί να παρουσιαστεί σε περίπου 5-10% των κυήσεων. Παρόλο που δεν είναι απαραίτητα απειλητική, απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση και συνεργασία ανάμεσα σε γυναικολόγο και καρδιολόγο, προκειμένου να διασφαλιστεί η υγεία της γυναίκας και του νεογνού.

Μια γυναίκα με ιστορικό υπέρτασης, είτε με, είτε χωρίς αγωγή, πρέπει να επισκεφθεί τον γιατρό της πριν ή κατά την έναρξη της εγκυμοσύνης για να υποβληθεί σε βασικό έλεγχο, να λάβει οδηγίες για την παρακολούθηση και να προβεί στις αναγκαίες προσαρμογές στη φαρμακευτική αγωγή. Η σωστή ρύθμιση αυτής της αγωγής είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς γνωρίζουμε πλέον ότι ορισμένα φάρμακα είναι περισσότερο ασφαλή για το νεογνό σε σχέση με άλλα που ενδέχεται να είναι επιβλαβή.

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, είναι απαραίτητο να παρακολουθούνται τακτικά οι μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης. Εάν οι επανειλημμένες μετρήσεις υπερβαίνουν τις τιμές των 140/90 mmHg, συστήνεται να επισκεφτεί η γυναίκα τον γιατρό της. Σε αυτήν την περίπτωση, θα λάβει οδηγίες και ενδεχομένως θα ξεκινήσει φαρμακευτική αγωγή με φάρμακα που είναι ασφαλή για τη μητέρα και το παιδί.

 

*Το Ιατρείο Υπέρτασης του Metropolitan Hospital αναδείχθηκε ως το πρώτο ιατρείο υπέρτασης σε ιδιωτικό νοσοκομείο στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, που πιστοποιήθηκε ως Κέντρο Αριστείας στην Υπέρταση (Center of Excellence) από την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Υπέρτασης (European Society of Hypertension – Ιούνιος 2021). Επίσης το Metropolitan Hospital είναι το πρώτο θεραπευτήριο στον ιδιωτικό χώρο που συμμετέχει στη συγγραφή των οδηγιών της υπέρτασης σε παγκόσμιο επίπεδο. Η πιστοποίηση αυτή αναδεικνύει το Ιατρείο Υπέρτασης για την καινοτόμο δραστηριότητά του και την εξαιρετική ποιότητα και αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών του στην έρευνα, τη διάγνωση, την αντιμετώπιση και τη θεραπεία της υπέρτασης.