O Καθηγητής Ιωάννης Ιωαννίδης, είναι Ελληνοαμερικανός ιατρός επιστήμονας, καθηγητής του Πανεπιστημίου Stanford. Έχει αφιερώσει την ερευνητική του καριέρα στη βελτίωση της ακεραιότητας της έρευνας μέσω της βελτίωσης των ερευνητικών μεθόδων και πρακτικών που μεγιστοποιούν τις πιθανότητες παραγωγής πιο αξιόπιστων και χρήσιμων ερευνητικών δεδομένων.
Ο Lex Bouter, είναι ιδρυτικός Πρόεδρος του Ιδρύματος WCRI και ομότιμος Καθηγητής Μεθοδολογίας και Ακεραιότητας στο Vrije Universiteit Amsterdam. Συμμετέχει σε έρευνα και διδασκαλία θεμάτων που αφορούν την Ακεραιότητα της Έρευνας και την Ανοιχτή Επιστήμη.
Οι δύο επιστήμονες συζητούν στο πλαίσιο του 8ου Παγκόσμιου Συνεδρίου για την Ακεραιότητα της Έρευνας (WCRI), που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα την περασμένη εβδομάδα. Η συζήτησή τους επικεντρώνεται σε ένα βασικό ζήτημα της Ακεραιότητας της Έρευνας που ονομάζεται αναπαραγωγιμότητα, η οποία αποτελεί μια σημαντική διαδικασία επαλήθευσης στην επιστήμη. Ένας επιστήμονας θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει τα δεδομένα και τις μεθόδους ενός άλλου επιστήμονα, να επαναλάβει το πείραμα και να φτάνει στα ίδια αποτελέσματα. Ωστόσο, τα πειράματα αναπαραγωγιμότητας συχνά δεν είναι επιτυχή, γεγονός που σημαίνει ότι ένα χαμηλό ποσοστό επιστημονικών αποτελεσμάτων μπορεί να επαληθευτεί. Αυτό έχει περιγραφεί ως κρίση της αναπαραγωγιμότητας.
Ο καθ. Bouter και ο καθ. Ιωαννίδης συζητούν αυτό το ζήτημα:
LB: Γιατί είναι σημαντικό η έρευνα να είναι αναπαραγώγιμη;
JI: Εάν η έρευνα δεν είναι αναπαραγώγιμη, σημαίνει ότι δεν γνωρίζουμε αν είναι σωστή ή λάθος. Δεν ξέρουμε αν θα είναι τελικά χρήσιμη. Μπορεί να είναι σπατάλη πόρων, μπορεί ακόμη και να θέσει σε κίνδυνο τις ζωές των ανθρώπων, εάν πρόκειται για ιατρική έρευνα ή έρευνα που σχετίζεται με τη δημόσια υγεία.
Η έρευνα και η επιστήμη είναι τα σημαντικότερα πράγματα για τους ανθρώπους. Αλλά πρέπει να βεβαιωθούμε ότι θα πάρουμε το καλύτερο δυνατό από την παγκόσμια επιστημονική προσπάθεια. Υπάρχουν περίπου 40 εκατομμύρια επιστήμονες σε όλο τον κόσμο αυτή τη στιγμή. Πρέπει να βεβαιωθούμε ότι η επένδυσή μας σε αυτούς τους επιστήμονες μεγιστοποιείται και ότι επιτυγχάνουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
LB: Τι ακριβώς χρειάζονται οι ερευνητές όταν θέλουν να αναπαραγάγουν μια άλλη μελέτη; Ποιά είναι τα συστατικά;
JI: Για να μπορέσουν άλλοι επιστήμονες να αναπαραγάγουν μια μελέτη, θα πρέπει να κατανοήσουν τις μεθόδους, να κατανοήσουν τι έγινε. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει πειραματικά πρωτόκολλα, λογισμικό, κώδικες ή αλγόριθμους. Μπορεί ακόμη να απαιτεί κάποιο υλικό όπως χημικές ουσίες ή κυτταρικές σειρές.
Άλλοι επιστήμονες πρέπει να είναι σε θέση να συγκεντρώσουν όλα αυτά τα κομμάτια, για να μπορέσουν να την επαναλάβουν. Δεν είναι εύκολο να καταγραφεί η έρευνα κάποιου με τρόπο που να επιτρέπει την επανάληψή της. Έχουμε πολλά στοιχεία ότι για την πλειοψηφία των δημοσιευμένων εργασιών η τεκμηρίωση δεν είναι επαρκής για να μπορέσει κάποιος να προσπαθήσει καν να κάνει το πείραμα. Ακόμα κι αν καταφέρουν να κατανοήσουν τι ήταν το πείραμα και να το επαναλάβουν, πολύ συχνά, έως και σχεδόν στο 80% των περιπτώσεων, λαμβάνουν διαφορετικά αποτελέσματα από το αρχικό πείραμα.
Αν και αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι όλα αυτά τα επιστημονικά ευρήματα είναι λάθος, υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί λόγοι για τους οποίους άλλοι ερευνητές δεν μπόρεσαν να αναπαραγάγουν την αρχική εργασία. Έτσι, εξακολουθεί να είναι λίγο ανησυχητικό ότι τόσο λίγα ευρήματα ερευνητικών μελετών μπορούν να αναπαραχθούν.
LB: Αυτό είναι ένα συνέδριο για την Ακεραιότητα της Έρευνας. Υπάρχει σχέση μεταξύ της Ακεραιότητας της Έρευνας και της αναπαραγωγιμότητας;
JI: Υπάρχει πολύ ισχυρή σχέση μεταξύ της Ακεραιότητας της Έρευνας και της αναπαραγωγιμότητας, διότι η ακεραιότητα είναι μια θεμελιώδης απαίτηση για την αναπαραγωγιμότητα. Χωρίς ακεραιότητα της έρευνας έχουμε απάτη, καθαρή απάτη με τη μορφή ψεύτικων εργασιών. Σήμερα υπάρχουν εγκληματικές οργανώσεις που ονομάζονται paper mills που πωλούν ψεύτικες ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις σε συγγραφείς.
Όταν αφαιρείτε τις αρχές της Ακεραιότητας της Έρευνας, γίνεται πιο εύκολο να παρακάμψετε διαδικασίες, να έχετε πρόχειρη έρευνα, όχι απαραιτήτως απάτη, αλλά κατώτερη, υποτυπώδη, όχι αρκετά καλή. Η Ακεραιότητα της Έρευνας αφορά τη διασφάλιση της τήρησης των απαιτήσεων της καλής επιστήμης. Οι πιθανότητες είναι πολύ λίγες ότι ένας επιστήμονας θα λάβει ακριβές αποτέλεσμα εάν δεν ακολουθήσει τις κατάλληλες μεθόδους και διαδικασίες.
Η Ακεραιότητα της Έρευνας είναι θεμελιώδης – χωρίς ακεραιότητα δεν μπορούμε καν να φανταστούμε αναπαραγώγιμη επιστήμη.
LB: Συνεπώς, είναι ώρα για δράση ή για περισσότερη έρευνα, για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτά τα θέματα;
JI: Νομίζω και τα δύο. Όταν βλέπουμε αυτά τα προβλήματα, το ένστικτό μας είναι ότι πρέπει να κάνουμε κάτι αμέσως επειδή έχουμε εκατομμύρια εργασίες που είναι λάθος και, εξαιτίας των paper mills, πιθανώς εκατομμύρια εργασίες που είναι προϊόν επιστημονικής απάτης. Αλλά το να λέμε απλώς ότι πρέπει να κάνουμε κάτι δεν σημαίνει ότι ξέρουμε ακριβώς τι θα κάνει τα πράγματα καλύτερα.
Η επιστήμη και ο τρόπος που γίνεται η έρευνα εξελίσσονται πολύ γρήγορα. Έχουμε νέους φορείς, έχουμε νέους παίκτες, έχουμε νέα εργαλεία. Έχουμε τεχνητή νοημοσύνη που μετασχηματίζει πολύ γρήγορα το πως παράγεται, διαδίδεται, κατανοείται, παρεξηγείται και επικοινωνείται η έρευνα. Έχουμε διαφορετικές γενιές περιοδικών, έχουμε «mega journals» που δημοσιεύουν χιλιάδες και δεκάδες χιλιάδες εργασίες κάθε χρόνο, μόνο για το κέρδος.
Γι’ αυτό χρειαζόμαστε έρευνα για να παρακολουθήσουμε τι συμβαίνει και πού κατευθύνεται η επιστήμη. Πρέπει να κατανοήσουμε καλύτερα πώς αλλάζουν οι ερευνητικές πρακτικές στο πεδίο, σε διάφορα πεδία.
Και αν δράσουμε, πρέπει να συνδυάσουμε αυτό με έρευνα για να αξιολογήσουμε αν η παρέμβασή μας έκανε τα πράγματα καλύτερα ή χειρότερα.
Όσον αφορά τη δράση, πρέπει να προσαρμόσουμε τα συστήματα ανταμοιβών και τα κίνητρα που προσφέρουμε. Σε ορισμένες περιπτώσεις η εισαγωγή κυρώσεων μπορεί να κάνει τα αποτελέσματα καλύτερα. Αλλά αυτό δεν είναι εύκολη δουλειά γιατί είναι ένα περιβάλλον
ευμετάβλητο.
Δεν είναι ένα σταθερό περιβάλλον που μπορούμε να διαμορφώσουμε και να τροποποιήσουμε για να το κάνουμε τέλειο, μεταβάλλεται συνεχώς και πρέπει να προβλέπουμε τις αλλαγές, για να διασφαλίσουμε ένα μέλλον με πιο ποιοτική επιστήμη.
Πηγή: Convin Α.Ε. / Συνέδριο 8ο WCRI 2024