Με το κοινό στον κινηματογράφο Ολύμπιον να χειροκροτά όρθιο παρατεταμένα, ο Νίκος Περάκης παραλαμβάνει τον Χρυσό Αλέξανδρο που τού απονέμει το 64ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για το σύνολο της προσφοράς του στον κινηματογράφο. Την απονομή κάνει ο σπουδαίος Γερμανός σκηνοθέτης Φόλκερ Σλέντορφ, ενώ πλέκει το εγκώμιο του Περάκη, αποκαλύπτοντας λεπτομέρειες της μεταξύ τους συνεργασίας.
Ένα απολαυστικό τρίωρο, με μία από τις πιο ξεχωριστές και τολμηρές φωνές του σύγχρονου ελληνικού σινεμά, πέρασαν χθες βράδυ οι συμμετέχοντες στην τιμητική εκδήλωση για τον Νίκο Περάκη, όπου είχαν την ευκαιρία να επικοινωνήσουν με τον ίδιο, να γίνουν μάρτυρες του ιδιαίτερου χιούμορ του, αλλά και να δουν μία από τις πιο αιχμηρές και ευφάνταστες δημιουργίες του, την ταινία «BIOS + πολιτεία» του 1987.
«Είμαι πανευτυχής σήμερα που μπορώ να παραλάβω αυτό το βραβείο ζωντανός» είπε ο ίδιος κατά την παραλαβή του Χρυσού Αλέξανδρου, κάνοντας το κοινό να γελάσει. «Μη γελάτε γιατί νωρίτερα, περπατώντας στο πεζοδρόμιο της παραλίας, έβλεπα το θηρίο που έχει δέσει στο λιμάνι και την ίδια στιγμή έκανα ένα μπλονζόν» εξήγησε ο Νίκος Περάκης, περιγράφοντας το …ατύχημα που είχε εξαιτίας του κρουαζιερόπλοιου που του απέσπασε την προσοχή, ενώ συνήθως προσέχει τα βήματά του.
«Τιμούμε τον άνθρωπο που άλλαξε τη σύγχρονη ελληνική κωμωδία. Ο Νίκος Περάκης από τη δεκαετία του ’80 και με εμβληματικές ταινίες, όπως το “‘Αρπα Colla”, η “Λούφα και παραλλαγή” και αυτή που θα δούμε στη συνέχεια, σχολιάζει τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα με έναν ανελέητο τρόπο», τόνισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Ορέστης Ανδρεαδάκης.
Υπογράμμισε βέβαια ότι πριν από το ’80, ο κ. Περάκης ήταν ένας πάρα πολύ σημαντικός σκηνογράφος που έκανε σκηνικά σε εμβληματικές ταινίες -κυρίως του γερμανικού κινηματογράφου- μία εκ των οποίων, το «Ταμπούρλο», κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών το 1979, και το βραβείο Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
Ο σκηνοθέτης της συγκεκριμένης ταινίας Φόλκερ Σλέντορφ, από τη σκηνή του Ολύμπιον, αποκάλυψε ότι η πρώτη συνεργασία του με τον Νίκο Περάκη ήταν ακόμη παλιότερα, στα γυρίσματα της ταινίας «Η χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ», που έκανε μαζί με τη σύντροφό του Μαργκαρέτε φον Τρότα το 1972.
«Επειδή όμως καθυστερούσαμε να βρούμε την πρωταγωνίστρια, μας είπε “ξέρετε, πρέπει να φύγω, πρέπει να γυρίσω την πρώτη μου μεγάλου μήκους στην Ελλάδα”» ανέφερε ο κ. Σλέντορφ, λέγοντας πως έως τότε δεν είχε ιδέα κανένας από την ομάδα ότι όραμα του Περάκη ήταν να γίνει σκηνοθέτης. «Βέβαια τα σκηνικά που είχε αφήσει πριν φύγει, ήταν μία πραγματική αποκάλυψη. Η δράση της ταινίας λάμβανε κυρίως χώρα σε ένα αστυνομικό τμήμα, που όλοι ξέρουμε πως είναι ό,τι πιο βαρετό σε σκηνικό. Αλλά ο Νίκος είχε την ιδέα να κάνει κάποιους τοίχους μετακινούμενους, κυλιόμενους. Οπότε θα άνοιγαν σιγά σιγά κατά τη διάρκεια της εξέλιξης της ταινίας ώστε να συμπεριλαμβάνουν το υπόλοιπο καστ και να ανοίξουν το σκηνικό» εξήγησε, λέγοντας ότι την ίδια τεχνική ακολούθησαν εκ των υστέρων πολλοί δημιουργοί, όπως ο Κεν Άνταμ στην ταινία «S.O.S Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, και αποτελεί μία καινοτομία για την οποία δεν έχει αποδοθεί το credit που θα άξιζε ο Νίκος Περάκης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ένας από τους βασικούς λόγους που βραβεύεται ο Έλληνας δημιουργός, είναι η εκπληκτική συμβολή του όχι μόνο στο γερμανικό σινεμά, στο οποίο πέρασε υψηλό πνεύμα χιούμορ και αισθητικής, αλλά κι επειδή έδωσε διαφορετική αντίληψη της πολιτικής ευθύνης μέσω της κωμωδίας και της σάτιρας στο ελληνικό σινεμά.
Χαρακτηριστικό δείγμα αποτελεί η ταινία «BIOS + πολιτεία» που ακολούθησε, η οποία στηλιτεύει τις αγιάτρευτες παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, τη διαχρονικότητα των οποίων επισήμανε το κοινό μετά το τέλος της προβολής.
Η ταινία προβλήθηκε με όρους καθολικής προσβασιμότητας για όλους τους θεατές, στο πλαίσιο του σχετικού προγράμματος του Φεστιβάλ.
Βαρβάρα Καζαντζίδου