ο κοινοβούλιο του Περού ενέκρινε χθες Παρασκευή νόμο διά του οποίου θα παραγραφτούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν πριν από το 2002, κάτι που θα ωφελήσει πάνω απ’ όλα τον 86χρονο πρώην πρόεδρο της χώρας Αλμπέρτο Φουχιμόρι, καθώς και εκατοντάδες αξιωματικούς των δυνάμεων ασφαλείας και κρατικούς λειτουργούς που κατηγορούνται για τη διάπραξη ωμοτήτων κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, τα χρόνια του 1980 και του 1990.
Ο νόμος, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης του Περού, εγκρίθηκε παρά το γεγονός ότι Διαμερικανικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΔΔΑΔ) αξίωσε στα μέσα Ιουνίου την «άμεση» αναστολή της νομοθετικής διαδικασίας.
Το κείμενο που υιοθετήθηκε στις αρχές Ιουλίου από το Κογκρέσο στην πράξη τερματίζει εκατοντάδες έρευνες σε εξέλιξη, για εγκλήματα που φέρονται να διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της εμφύλιας σύρραξης στο κράτος των Άνδεων· ο πόλεμος αυτός άφησε πίσω κάπου 69.000 νεκρούς και 21.000 αγνοούμενους την περίοδο 1980-2000.
Δυνάμει του νέου νόμου, «ουδείς μπορεί να διωχθεί, να καταδικαστεί ή να τιμωρηθεί για έγκλημα κατά της ανθρωπότητας ή έγκλημα πολέμου (…) που διαπράχθηκε πριν από την 1η Ιουλίου 2002», όταν τέθηκε σε ισχύ στο Περού το Καταστατικό της Ρώμης, η διεθνής σύμβαση με την οποία ιδρύθηκε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο κι η οποία ορίζει πως τα σοβαρότερα εγκλήματα αυτής της φύσης είναι απαράγραπτα.
«Καμία πράξη» που έχει γίνει πριν από την ημερομηνία αυτή «δεν μπορεί να χαρακτηριστεί έγκλημα κατά της ανθρωπότητας ή έγκλημα πολέμου», προσθέτει το κείμενο, που τίθεται σε ισχύ σήμερα.
Η κυβέρνηση της προέδρου Ντίνας Μπολουάρτε απορρίπτει την ιδέα πως πρόκειται για αμνηστία, ή για νόμο που θεσπίζει «ατιμωρησία», όπως καταγγέλλουν οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συγγενείς θυμάτων σφαγών που διέπραξε ο περουβιανός στρατός.
Το πρόβλημα έγκειται «στο γεγονός ότι οι διατάξεις του Καταστατικού της Ρώμης και της Σύμβασης με την οποία έγιναν απαράγραπτα τα εγκλήματα πολέμου και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν έχουν εφαρμογή στο Περού παρά μετά τη δημοσίευσή τους», επιχειρηματολόγησε την Τετάρτη ο πρωθυπουργός Γουστάβο Αδριανσέν. «Έτσι, από τη σκοπιά της άμεσης εφαρμογής του ποινικού δικαίου, δεν είναι αλήθεια ότι (ο νόμος) ευνοεί την ατιμωρησία», διαβεβαίωσε.
Ο νόμος υιοθετήθηκε από τη δεξιά, που ελέγχει το Κογκρέσο του Περού, κι αναμένεται πάνω απ’ όλα να ωφελήσει τον πρώην πρόεδρο Φουχιμόρι (1990-2000), αντιμέτωπο με νέα δίωξη, για τη δολοφονία το 1992 έξι επαρχιωτών που βάραιναν υποψίες πως είχαν σχέσεις με το αντάρτικο των μαοϊστών τα χρόνια που μαινόταν εμφύλιος πόλεμος στη χώρα.
Το 2009, ο πρώην πρόεδρος είχε ήδη καταδικαστεί να εκτίσει 25 χρόνια κάθειρξης ως ο ηθικός αυτουργός δυο σφαγών τις οποίες διέπραξαν τάγματα θανάτου, στη συνοικία Μπάριος Άλτος (δεκαπέντε νεκροί, ανάμεσά τους παιδί) και στο πανεπιστήμιο Λα Καντούτα (δέκα νεκροί), εν μέσω του πολέμου εναντίον των μαοϊστών ανταρτών του Φωτεινού Μονοπατιού τα χρόνια του 1990.
Αφού εξέτισε τα 16 χρόνια της ποινής του, αποφυλακίστηκε την 7η Δεκεμβρίου 2023, με διαταγή του Συνταγματικού Δικαστηρίου, για «ανθρωπιστικούς λόγους», παρότι εξέφρασε την αντίθεσή του στην απόφαση αυτή το Διαμερικανικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Ο Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα επέκρινε με έντονο τρόπο την υιοθέτηση του νόμου, τονίζοντας πως αντίκειται προς το διεθνές δίκαιο. «Λυπάμαι βαθιά» που ο νόμος αυτός «πρόκειται πλέον να τεθεί σε ισχύ», τόνισε ο Φόλκερ Τουρκ σε ανακοίνωση Τύπου την οποία δημοσιοποίησαν οι υπηρεσίες του χθες.
Ο νόμος αυτός «αντίκειται προς τις υποχρεώσεις της χώρας δυνάμει του διεθνούς δικαίου και αποτελεί ανησυχητική εξέλιξη στο πλαίσιο της ευρύτερης περιστολής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου στο Περού», εξήγησε.
«Η έλλειψη λογοδοσίας για τα εγκλήματα αυτά, όποτε κι αν διαπράχθηκαν, εγείρει κίνδυνο για τα δικαιώματα στην αλήθεια, στην απόδοση δικαιοσύνης, στην επανόρθωση και στην εγγύηση ότι δεν θα επαναληφθούν για τα χιλιάδες θύματα σοβαρών παραβιάσεων στο Περού», πρόσθεσε ο κ. Τουρκ.