Περιηγηθήκαν στους διαδρόμους ενός μουσείου – πύλης στον κόσμο του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θαύμασαν από κοντά ευρήματα σπάνιας αρχαιολογικής και ιστορικής σημασίας από τα «σπλάχνα» της πόλης των Αιγών, της πρώτης πρωτεύουσας του μακεδονικού βασιλείου, και περπάτησαν στους διαδρόμους του αναστηλωμένου ανακτόρου του Φιλίππου Β’, που πρόσφατα άνοιξε τις πύλες του και ήδη υποδέχεται χιλιάδες επισκέπτες από κάθε γωνιά του πλανήτη.
Ο πρέσβης του Βιετνάμ στην Ελλάδα Le Hong Truong, ο γενικός πρόξενος των ΗΠΑ στη Θεσσαλονίκη, Jerrier (Jerry) Ismail, της Γαλλίας Jean-Luc Lavaud, της Κυπριακής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Πολυκάρπου, της Βουλγαρίας Anton Markov, της Ουκρανίας Yevhen Shkyra, της Ρουμανίας Carmen- Ileana Mihalcescu, της Τουρκίας Serkan Gedik καθώς και οι επίτιμοι πρόξενοι του Βιετνάμ Βασίλειος Κωνσταντινίδης, της Ιαπωνίας Χαρίλαος Αλεξόπουλος, της Αρμενίας Άκης Νταγκαζιάν, της Ιταλίας Γεωργία Σαραντοπούλου, του Λουξεμβούργου Γιάννης Βεργίνης, των Φιλιππίνων Νικόλαος Μαργαρόπουλος, της Φινλανδίας Marko Tapani Suomalainen και της Ουρουγουάης Χρήστος Καζαντζής επισκέφθηκαν, χθες, το μουσείο και το ανάκτορο των Αιγών, ύστερα από πρόκληση της Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων του ΥΠΕΞ και της προϊσταμένης της στη Θεσσαλονίκη Κατερίνας Τσαπικίδου.
Στην είσοδο του Μουσείου, τους εκπροσώπους της διπλωματικής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, υποδέχθηκε η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας Γεωργία Στρατούλη, ενώ την ξενάγησή τους στον χώρο ανέλαβε ο αρχαιολόγος – ξεναγός Τάσος Κακαμανούδης. Με σύγχρονη μουσειολογική προσέγγιση, το μουσείο κινητοποιεί όλες τις αισθήσεις του επισκέπτη και τον εισάγει στον κόσμο των Μακεδόνων βασιλέων του 6ου-4ου αι. π.Χ. Ο ξεναγός μοιράστηκε λεπτομέρειες για τη δημόσια ζωή την εποχή εκείνη, αφηγήθηκε ιστορίες για τις ανασκαφές αλλά και για κάποια από τα εκθέματα στις προθήκες κι απάντησε σε ερωτήσεις κι απορίες. Πολλά ήταν τα εκθέματα, μπροστά στα οποία έμειναν λίγη περισσότερη ώρα οι διπλωμάτες – επισκέπτες του ξεχωριστού αυτού μουσείου, όπως τα χρυσά κοσμήματα της «Δέσποινας των Αιγών» και τα πήλινα κεφάλια κόρων και θεών από την ταφή βασίλισσας, τα οποία πιθανότατα συνδέονται με κάποιου είδους τελετουργικό. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το τελετουργικό της ταφής δεν έλειψαν οι ερωτήσεις και για το έθιμο της καύσης, που έρχεται στις Αιγές στα πρώιμα αρχαϊκά χρόνια ως προνόμιο του βασιλιά και των αρένων συγγενών του κι επεκτείνεται μόλις τον 5ο αιώνα στις βασίλισσες και σταδιακά στους εταίρους, όπως πληροφορούμαστε από τις συνοδευτικές -των εκθεμάτων- πινακίδες με το πληροφοριακό υλικό.
Στην επίσκεψή τους στο κεντρικό μουσειακό κτίριο του Πολυκεντρικού Μουσείο των Αιγών, οι διπλωμάτες εντυπωσιάστηκαν τόσο από τα εκθέματα όσο και από τον τρόπο που αυτά έχουν αναδειχθεί στον χώρο, με ορισμένους εξ αυτών ν’ αποτυπώνουν τον θαυμασμό τους στα σχόλιά τους στο βιβλίο επισκεπτών: «Είναι μεγάλη χαρά η επίσκεψη στο μουσείο. Εμείς, το Βιετνάμ και η Ελλάδα, μοιραζόμαστε πολλά κοινά, μεταξύ των οποίων και η ανάδειξη της σημασίας των παραδόσεων, των πολιτισμών και των αξιών. Πιστεύω ότι οι διμερείς σχέσεις θα ενισχυθούν και θα αναπτυχθούν», έγραψε ο πρέσβης του Βιετνάμ. «Το νήμα της μακεδονικής ιστορίας είναι ζωντανό σήμερα όπως πάντα. Σας ευχαριστούμε που μας συνδέσατε με το συλλογικό μας παρελθόν», σημείωσε ο γενικός πρόξενος των ΗΠΑ. «Φανταστικό μουσείο και έκθεση, καταπληκτική ιστορία και συλλογή», ανέφερε ο γενικός πρόξενος της Ουκρανίας, επισημαίνοντας παράλληλα την πολύ καλή προετοιμασία της ξενάγησης, ενώ η γενική πρόξενος της Ρουμανίας δεν έκρυψε τον ενθουσιασμό της για το «καταπληκτικό, γεμάτο ιστορία μουσείο». Στα Αρμενικά έγραψε τα συγχαρητήριά του «γι’ αυτό το καταπληκτικό μουσείο» ο επίτιμος πρόξενος της Αρμενίας, ενώ η επίτιμη πρόξενος της Ιταλίας παρατήρησε την «αγάπη και το μεράκι» που περιβάλλουν το μουσείο.
Στη συνέχεια, οι εκπρόσωποι του διπλωματικού σώματος επισκέφθηκαν το αναστηλωμένο ανάκτορο του Φιλίππου Β’, που βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα μακριά από το νέο μουσείο, αποτελεί το μεγαλύτερο οικοδόμημα της κλασικής Ελλάδας, είναι σημείο αναφοράς καθώς εκεί οι Μακεδόνες ανακήρυξαν βασιλιά τους τον Αλέξανδρο λίγο μετά τη δολοφονία του πατέρα του Φίλιππου Β’ και ήταν ορατό από ολόκληρο τον μακεδονικό κάμπο.
Εκεί, ενημερώθηκαν για τη σημερινή μορφή του ανακτόρου -αποτέλεσμα ενός τιτάνιου αναστηλωτικού έργου συντήρησης και συνένωσης χιλιάδων κομματιών, από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας, που ξεκίνησε το 2007, με επικεφαλής την αρχαιολόγο Αγγελική Κοτταρίδη, η οποία αφυπηρέτησε πριν από λίγο καιρό από την υπηρεσία, αφού πρώτα φρόντισε να καταστεί το σπουδαίο αυτό μνημείο επισκέψιμο. Εντυπωσιάστηκαν τόσο από το μέγεθος του αναστηλωτικού έργου που έχει γίνει στο ανάκτορο όσο και από το υπέροχο ψηφιδωτό με τις ανθοκόρες και τα λουλούδια, αποτελούμενο από μικροσκοπικά βότσαλα (λευκά, μαύρα, γκρίζα αλλά και κόκκινα και κίτρινα), με σχέδια που απαντώνται και στη χρυσελεφάντινη ασπίδα του Φιλίππου Β’, ενώ φρόντισαν να βγάλουν πολλές φωτογραφίες από κάθε γωνιά του ανακτόρου ώστε να τις φυλάξουν ως πολύτιμη ανάμνηση της επίσκεψης.
Τις ευχαριστίες τους για την επίσκεψη προς την κ. Τσαπικίδου και τους συνεργάτες της, εξέφρασαν λίγο αργότερα, διά στόματος του επίτιμου προξένου της Φινλανδίας κ. Suomalainen, ο οποίος δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει επίσης την πρεσβεία του Βιετνάμ και τον επίτιμο πρόξενο Βασίλειο Κωνσταντινίδη, για το γεύμα -συνοδεία βιετναμέζικου καφέ(!)- στο Κτήμα Καλαϊτζή, με το οποίο έκλεισε η επίσκεψη στη φιλόξενη γη της Ημαθίας.
Σ. Παπαδοπούλου